Η εσωτερικότητα δεν είναι έννοια,
αλλά εμβίωση βάθους με θυμική ένταση.
Πρώτος βαθμός αυτής της εμπειρίας βάθους
είναι η εξ αίματος υπαρκτική σχέση,
που ανοίγει τον δρόμο προς την εν πνεύματι υπαρξιακή σχέση.
Όταν ρωτήσουν έναν πατέρα αν αγαπά τον γιο του,
θα αλλοιωθεί εσωτερικώς,
θα καταπλημμυρίσει την ύπαρξή του
η ευδοκία της πατρικής αγάπης, θα λαμπρυνθεί το πρόσωπό του
και θα πει πως τον γιο του τον αγαπάει μέχρι θανάτου,
τον αγαπάει χωρίς όρους.
Και οποιαδήποτε περιπέτεια αυτού του υπαρκτικού δεσμού
θα τον συνταράξει κατάρριζα.
Η υπαρκτική σχέση εξ αίματος είναι βαθύτατη, όχι όμως έσχατη.
Έσχατη είναι η υπαρξιακή σχέση εν πνεύματι·
τέτοια είναι η γνήσια και σπάνια σχέση ανθρώπου - Θεού.
Ενώ η υπαρκτική σχέση του αίματος είναι πεπερασμένη,
η υπαρξιακή σχέση του πνεύματος είναι άπειρη.
Και ενώ η πρώτη σχέση έχει πεπερασμένη κρισιμότητα,
η δεύτερη σχέση έχει άπειρη κρισιμότητα.
Για την πρώτη σχέση ο άνθρωπος είναι έτοιμος αυτοφυώς,
από τις υπαρκτικές διοδεύσεις.
Η ετοιμασία για τη δεύτερη σχέση
περνάει από τους τρίβους του πνεύματος, από τα οντολογικώς
-και όχι οντικώς - κρίσιμα σταυροδρόμια, για να διανοιχθεί η απειρία της.
Η διάνοιξη αυτή αποτελεί την απο-κάλυψη και είναι συνέπεια άλματος.
Συνίσταται στην κρίση και τη διάσωση του υπάρχοντος
μέσα στον έσχατο νοηματισμό,
κερδισμένο από τον έσχατο αφανισμό.
Ό,τι υπάρχει είναι πεπερασμένο· συνεπώς υπόκειται στη μηδένωση.
Τα όντα είναι ο πέπλος του μηδενός.
Το μηδέν είναι ο πέπλος της θειότητας.
Άρα, τα όντα είναι ο πέπλος της θειότητας.
Αλλά για να γίνει τούτο αντιληπτό,
πρέπει πρώτα να συρθεί ο πέλος του μηδενός.
Χωρίς την εμβίωση του οντολογικού μηδενός,
δεν είναι δυνατή η γνήσια εμβίωση της θειότητας.
Η θειότητα κείται εκείθεν της εμπειρίας του μηδενός,
διότι μόνον τα κυκλούμενα από το μηδέν όντα
αποκαλύπτουν την θαυμασιότητα του υπάρχειν,
η οποία δεν είναι παρά η αντυπόθετη εμμονή στο Είναι,
δηλαδή η θειότητα.
(Πρβλ. «Ὅτι ὁ Θεὸς θάνατον οὐκ ἐποίησεν,
οὐδὲ τέρπεται ἐπ᾽ ἀπωλείᾳ ζώντων.
Ἕκτισε γὰρ εἰς τὸ εἶναι τὰ πάντα» (Σοφ. Σολ. 1:13).
Ώστε, η κατάφαση της θειότητας συνιστά τραγική διαπόρευση
η οποία έξω από τους ζέοντες κύκλους της ζωής του πνεύματος
είναι ανύπαρκτη.
Ωστόσο, μέσα σ᾽αυτούς τους κύκλους,
η ύπαρξη τελεί ολόκληρη και κατάμονη.
Ολόκληρη, με την έννοια ότι τελεί
έξω από την υπαρκτική - βιολογική τροχιά που ποτέ δεν κλείνει σε κύκλο.
Στις παρυφές του χρόνου·
χρόνος της ο «καιρός» που κλείνει «πληρούμενος».
Όταν έλθει το πλήρωμα του καιρού
τα πάντα είναι συντελεσμένα και τελούν υπό την έσχατη κρίση.
Την μοναξιά του εν πνεύματι υπάρχειν
την ετόνισε ο Ιησούς επανειλημμένως.
Η υπέρβαση της αἵματι εσωτερικότητας είναι οριστική.
«Ἐχθροί τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ.
Ὁ φιλῶν πατέρα ἢ μητέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος·
καὶ ὁ φιλῶν υἱὸν ἢ θυγατέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος»
(Ματθ. 10:36).
Εδώ ο Ιησού δεν μιλάει μεταφορικώς· κυριολεκτεί.
Διότι το μήνυμα που κομίζει ανάγεται στην ύπαρξη ως τοιαύτη,
που στη γνησιότερη στάση της τελεί κατάμονη
έναντι του εσχάτου νοήματος· έσχατο σημείο της είναι
ότι τελεί «ενώπιον του Θεού»,
όπως ακριβώς στέκεται κατάμονη και ενώπιον του θανάτου της.
Μόνο μια τέτοια εμβίωση
μετασχηματίζει την ιστορία από βιολογική σε πνευματική,
από ευθεία σε κρημνώδη.
Το πέρασμα από την υπαρκτική φροντίδα
προς την υπαρξιακή μέριμνα είναι δυσχερές
και περιδεές, και προορίζεται για τον κάθε άνθρωπο.
Μόνον έτσι η ύπαρξη του ανθρώπου
εκπτύσσει και τις έσχατες οντολογικές της δυνατότητες.
Γι᾽αυτό ο άνθρωπος αναγκαίως θέτει την οντολογική διερώτηση.
Αλλά είδαμε πότε αυτή η διερώτηση τίθεται γνησίως.
Και ο Θεός της Παλαιάς Διαθήκης απήτησε
την αποκοπή από τους βιολογικούς και υπαρκτικούς δεσμούς,
ακριβώς για να αποκαλύψει την μοναξιά της υπάρξεως
ενώπιον του εσχάτου.
Στην αρχή είπε στον Αβραάμ:
«Ἔξελθε ἐκ τῆς γῆς σου
καὶ ἐκ τῆς συγγενείας σου
καὶ ἐκ τοῦ οἴκου τοῦ πατρός σου» (Ἔξ. 12:1).
Μετά ζήτησε νὰ θυσιάσει τον «υἱόν του τὸν ἀγαπητόν,
ὅν ἠγάπησε». εδώ δεν πρόκειται για παραλογισμό
ούτε για απανθρωπία.
Ο συντάκτης της «Γενέσεως» δραματοποίησε το υπαρξιακό γεγονός
του περάσματος από τη βιολογική προς την οντολογική μέριμνα,
από την αγάπη εν αἵματι προς την αγάπη εν πνεύματι.
Προς τούτο πήρε εντολή να αφήσει πίσω του το σπίτι του
και τη γυναίκα του· ύστερα από πορεία «τριών ημερών»
αφήνει πίσω του τους δυο βοηθούς του και το ζώο του.
Έτσι υπερβαίνοντας τον «τόπο» και τον «χρόνο» φτάνει «εἰς τὴν γῆν
τὴν ὑψηλήν»·
εκεί στην αιχμή της εγκοσμιότητας
κόβει με το ίδιο του το χέρι
τον τελευταίο και ισχυρότερο δεσμό του με την εγκοσμιότητα.
Για να κερδίσεις το έσχατο πρέπει να απολέσεις
ό,τι πολυτιμότερο έχεις στον κόσμο.
Μόνον έτσι πράγματι σύρεις τον τελευταίο πέπλο των όντων
και διανοίγεται ο ωκεανός του μηδενός·
μόνον έτσι αποκόπτεται πράγματι το γεώδες και το φθαρτό,
το υποκείμενο στον ευτελισμό του χρόνου.
Ο εν πνεύματι δεσμός έχει τη δική του νομοτέλεια,
την αναγκαιότητα της ελευθερίας,
η οποία ιδωμένη από τη σκοπιά της φυσικής αναγκαιότητας
είναι μια τέλεια ανασφάλεια και αποκοτιά.
Διότι τι εβεβαίωνε τον Αβραάμ ότι επρόκειτο για τη φωνή του Θεού;
Αν παράκουσε; Αν απατήθηκε;
Για να φτάσεις να είσαι άξιος της θειότητας
πρέπει να συγκλονιστούν τα γήινα θεμέλια σου,
να μετεωριστείς επάνω από την άβυσσο του μηδενός,
να κινδυνέψεις τον έσχατο χαμό,
στην κορυφή του μακρινού και μυθικού όρους «Μοριγιά».
Αλλιώς δεν συναντάς γνησίως το έσχατο νόημα.
Δεν είναι τόσο η επιδίωξη όσο η δίωξη του ανυπόθετου ορίου,
που είναι η θειότητα.
Χωρίς αυτές τις δραματικές εμπλοκές,
που συμβαίνουν στα βάθη του πνεύματος,
ο «Θεός» είναι μια απλή λέξη,
που εύκολα την αρνείται κανείς ή λογοπαίζει μαζί της.
Όμως ο «Θεός» ο «ζῶν» και ο «ἐν ἀληθείᾳ καὶ πνεύματι»
είναι όλη αυτή η ζώσα και αληθινή και πνευματική εμπλοκή,
όπου η άρνησή της ισοδυναμεί με άρνηση της αγωνίας
περί του εσχάτου νοήματος,
προς το οποίο κλίνει αναποτρέπτως ο άνθρωπος.
Γι᾽αυτό ο άνθρωπος αναποτρέπτως
θα μεριμνά ή για τον Θεό
ή για τα είδωλα
-άλλη λύση δεν διαθέτει.
Από το βιβλίο Πολιτεία και Ερημιά — 1975.
πηγή: Aντίφωνο
αλλά εμβίωση βάθους με θυμική ένταση.
Πρώτος βαθμός αυτής της εμπειρίας βάθους
είναι η εξ αίματος υπαρκτική σχέση,
που ανοίγει τον δρόμο προς την εν πνεύματι υπαρξιακή σχέση.
Όταν ρωτήσουν έναν πατέρα αν αγαπά τον γιο του,
θα αλλοιωθεί εσωτερικώς,
θα καταπλημμυρίσει την ύπαρξή του
η ευδοκία της πατρικής αγάπης, θα λαμπρυνθεί το πρόσωπό του
και θα πει πως τον γιο του τον αγαπάει μέχρι θανάτου,
τον αγαπάει χωρίς όρους.
Και οποιαδήποτε περιπέτεια αυτού του υπαρκτικού δεσμού
θα τον συνταράξει κατάρριζα.
Η υπαρκτική σχέση εξ αίματος είναι βαθύτατη, όχι όμως έσχατη.
Έσχατη είναι η υπαρξιακή σχέση εν πνεύματι·
τέτοια είναι η γνήσια και σπάνια σχέση ανθρώπου - Θεού.
Ενώ η υπαρκτική σχέση του αίματος είναι πεπερασμένη,
η υπαρξιακή σχέση του πνεύματος είναι άπειρη.
Και ενώ η πρώτη σχέση έχει πεπερασμένη κρισιμότητα,
η δεύτερη σχέση έχει άπειρη κρισιμότητα.
Για την πρώτη σχέση ο άνθρωπος είναι έτοιμος αυτοφυώς,
από τις υπαρκτικές διοδεύσεις.
Η ετοιμασία για τη δεύτερη σχέση
περνάει από τους τρίβους του πνεύματος, από τα οντολογικώς
-και όχι οντικώς - κρίσιμα σταυροδρόμια, για να διανοιχθεί η απειρία της.
Η διάνοιξη αυτή αποτελεί την απο-κάλυψη και είναι συνέπεια άλματος.
Συνίσταται στην κρίση και τη διάσωση του υπάρχοντος
μέσα στον έσχατο νοηματισμό,
κερδισμένο από τον έσχατο αφανισμό.
Ό,τι υπάρχει είναι πεπερασμένο· συνεπώς υπόκειται στη μηδένωση.
Τα όντα είναι ο πέπλος του μηδενός.
Το μηδέν είναι ο πέπλος της θειότητας.
Άρα, τα όντα είναι ο πέπλος της θειότητας.
Αλλά για να γίνει τούτο αντιληπτό,
πρέπει πρώτα να συρθεί ο πέλος του μηδενός.
Χωρίς την εμβίωση του οντολογικού μηδενός,
δεν είναι δυνατή η γνήσια εμβίωση της θειότητας.
Η θειότητα κείται εκείθεν της εμπειρίας του μηδενός,
διότι μόνον τα κυκλούμενα από το μηδέν όντα
αποκαλύπτουν την θαυμασιότητα του υπάρχειν,
η οποία δεν είναι παρά η αντυπόθετη εμμονή στο Είναι,
δηλαδή η θειότητα.
(Πρβλ. «Ὅτι ὁ Θεὸς θάνατον οὐκ ἐποίησεν,
οὐδὲ τέρπεται ἐπ᾽ ἀπωλείᾳ ζώντων.
Ἕκτισε γὰρ εἰς τὸ εἶναι τὰ πάντα» (Σοφ. Σολ. 1:13).
Ώστε, η κατάφαση της θειότητας συνιστά τραγική διαπόρευση
η οποία έξω από τους ζέοντες κύκλους της ζωής του πνεύματος
είναι ανύπαρκτη.
Ωστόσο, μέσα σ᾽αυτούς τους κύκλους,
η ύπαρξη τελεί ολόκληρη και κατάμονη.
Ολόκληρη, με την έννοια ότι τελεί
έξω από την υπαρκτική - βιολογική τροχιά που ποτέ δεν κλείνει σε κύκλο.
Στις παρυφές του χρόνου·
χρόνος της ο «καιρός» που κλείνει «πληρούμενος».
Όταν έλθει το πλήρωμα του καιρού
τα πάντα είναι συντελεσμένα και τελούν υπό την έσχατη κρίση.
Την μοναξιά του εν πνεύματι υπάρχειν
την ετόνισε ο Ιησούς επανειλημμένως.
Η υπέρβαση της αἵματι εσωτερικότητας είναι οριστική.
«Ἐχθροί τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ.
Ὁ φιλῶν πατέρα ἢ μητέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος·
καὶ ὁ φιλῶν υἱὸν ἢ θυγατέρα ὑπὲρ ἐμὲ οὐκ ἔστι μου ἄξιος»
(Ματθ. 10:36).
Εδώ ο Ιησού δεν μιλάει μεταφορικώς· κυριολεκτεί.
Διότι το μήνυμα που κομίζει ανάγεται στην ύπαρξη ως τοιαύτη,
που στη γνησιότερη στάση της τελεί κατάμονη
έναντι του εσχάτου νοήματος· έσχατο σημείο της είναι
ότι τελεί «ενώπιον του Θεού»,
όπως ακριβώς στέκεται κατάμονη και ενώπιον του θανάτου της.
Μόνο μια τέτοια εμβίωση
μετασχηματίζει την ιστορία από βιολογική σε πνευματική,
από ευθεία σε κρημνώδη.
Το πέρασμα από την υπαρκτική φροντίδα
προς την υπαρξιακή μέριμνα είναι δυσχερές
και περιδεές, και προορίζεται για τον κάθε άνθρωπο.
Μόνον έτσι η ύπαρξη του ανθρώπου
εκπτύσσει και τις έσχατες οντολογικές της δυνατότητες.
Γι᾽αυτό ο άνθρωπος αναγκαίως θέτει την οντολογική διερώτηση.
Αλλά είδαμε πότε αυτή η διερώτηση τίθεται γνησίως.
Και ο Θεός της Παλαιάς Διαθήκης απήτησε
την αποκοπή από τους βιολογικούς και υπαρκτικούς δεσμούς,
ακριβώς για να αποκαλύψει την μοναξιά της υπάρξεως
ενώπιον του εσχάτου.
Στην αρχή είπε στον Αβραάμ:
«Ἔξελθε ἐκ τῆς γῆς σου
καὶ ἐκ τῆς συγγενείας σου
καὶ ἐκ τοῦ οἴκου τοῦ πατρός σου» (Ἔξ. 12:1).
Μετά ζήτησε νὰ θυσιάσει τον «υἱόν του τὸν ἀγαπητόν,
ὅν ἠγάπησε». εδώ δεν πρόκειται για παραλογισμό
ούτε για απανθρωπία.
Ο συντάκτης της «Γενέσεως» δραματοποίησε το υπαρξιακό γεγονός
του περάσματος από τη βιολογική προς την οντολογική μέριμνα,
από την αγάπη εν αἵματι προς την αγάπη εν πνεύματι.
Προς τούτο πήρε εντολή να αφήσει πίσω του το σπίτι του
και τη γυναίκα του· ύστερα από πορεία «τριών ημερών»
αφήνει πίσω του τους δυο βοηθούς του και το ζώο του.
Έτσι υπερβαίνοντας τον «τόπο» και τον «χρόνο» φτάνει «εἰς τὴν γῆν
τὴν ὑψηλήν»·
εκεί στην αιχμή της εγκοσμιότητας
κόβει με το ίδιο του το χέρι
τον τελευταίο και ισχυρότερο δεσμό του με την εγκοσμιότητα.
Για να κερδίσεις το έσχατο πρέπει να απολέσεις
ό,τι πολυτιμότερο έχεις στον κόσμο.
Μόνον έτσι πράγματι σύρεις τον τελευταίο πέπλο των όντων
και διανοίγεται ο ωκεανός του μηδενός·
μόνον έτσι αποκόπτεται πράγματι το γεώδες και το φθαρτό,
το υποκείμενο στον ευτελισμό του χρόνου.
Ο εν πνεύματι δεσμός έχει τη δική του νομοτέλεια,
την αναγκαιότητα της ελευθερίας,
η οποία ιδωμένη από τη σκοπιά της φυσικής αναγκαιότητας
είναι μια τέλεια ανασφάλεια και αποκοτιά.
Διότι τι εβεβαίωνε τον Αβραάμ ότι επρόκειτο για τη φωνή του Θεού;
Αν παράκουσε; Αν απατήθηκε;
Για να φτάσεις να είσαι άξιος της θειότητας
πρέπει να συγκλονιστούν τα γήινα θεμέλια σου,
να μετεωριστείς επάνω από την άβυσσο του μηδενός,
να κινδυνέψεις τον έσχατο χαμό,
στην κορυφή του μακρινού και μυθικού όρους «Μοριγιά».
Αλλιώς δεν συναντάς γνησίως το έσχατο νόημα.
Δεν είναι τόσο η επιδίωξη όσο η δίωξη του ανυπόθετου ορίου,
που είναι η θειότητα.
Χωρίς αυτές τις δραματικές εμπλοκές,
που συμβαίνουν στα βάθη του πνεύματος,
ο «Θεός» είναι μια απλή λέξη,
που εύκολα την αρνείται κανείς ή λογοπαίζει μαζί της.
Όμως ο «Θεός» ο «ζῶν» και ο «ἐν ἀληθείᾳ καὶ πνεύματι»
είναι όλη αυτή η ζώσα και αληθινή και πνευματική εμπλοκή,
όπου η άρνησή της ισοδυναμεί με άρνηση της αγωνίας
περί του εσχάτου νοήματος,
προς το οποίο κλίνει αναποτρέπτως ο άνθρωπος.
Γι᾽αυτό ο άνθρωπος αναποτρέπτως
θα μεριμνά ή για τον Θεό
ή για τα είδωλα
-άλλη λύση δεν διαθέτει.
Από το βιβλίο Πολιτεία και Ερημιά — 1975.
πηγή: Aντίφωνο
Ενα μακρύ και δύσκολο το ταξίδι κυριολεκτικά στο άγνωστο και λίγοι θα τολμήσουν. Άγνωστο εννοώ εμπειρικά.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ ορθά επισημαίνει μεταξύ άλλων ο συγγραφέας ότι: Γι᾽αυτό ο άνθρωπος αναποτρέπτως
θα μεριμνά ή για τον Θεό
ή για τα είδωλα
-άλλη λύση δεν διαθέτει."
Λίγοι θα τολμήσουν αγαπητέ ανων.
Διαγραφήεπειδή λίγοι έχουν τα κουράγια για βασανιστήρια.
Ολοι σχεδόν σήμερα, προτιμούν ό,τι τους βολεύει και τους καθησυχάζει προσκαίρως.
Ευχαριστώ Ευανθία , ειχα την ευλογία να γνωρίσω τόν σπουδαίο αυτόν πνευματικό άνθρωπο , στη γωνία της ΕΥΘΥΝΗς , Πανεπιστημίου 10 , εκει και Πεντζίκης , ο Ι.Μ.Παναγιωτόπουλος , ο Καρούζος και ο Τσιρόπουλος και ο Φωτέας . Αχ τί μου θύμησες Ευανθία μου , καλά νάσαι .Φιλόσοφος Νούς αλλά απλός και ταπεινός άνθρωπος .
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://www.malevitsis.gr/xristosmalevitsis/video.html
Φώτιε
ΑπάντησηΔιαγραφήακριβώς στο ίδιο μέρος τον είχα γνωρίσει και γω, το Μαλεβίτση. Τα βιβλία του τα "καταβρόχθιζα" τότε στα νιάτα μου...
ε τοτε θα εχεις διαβασει και τους " Αγραυλούντες " !!
ΑπάντησηΔιαγραφήΦώτιε
ΑπάντησηΔιαγραφήδεν θυμάμαι τίτλους μετά από τόσους αιώνες
αλλά τα κείμενά του, με στήριζαν μια εποχή, πριν ανακαλύψω τους Πατέρες της Εκκλησίας και με τροφοδοτούσαν.
Πρώτα είχα ανακαλύψει τον Κώστα Τσιρόπουλο.
Ακουγα την εκπομπή του " Ας εξετάσουμε μαζί" από το ραδιόφωνο, με θρησκευτική αφοσίωση θα έλεγα και ήμουν τότε μαθήτρια στο γυμνάσιο ή Λύκειο, δεν θυμάμαι ακριβώς... Πριν ξεκινήσει η εκπομπή, ακουγόταν ένα καταπληκτικό βυζαντινό " Τις Θεός Μέγας" ...
Σε μια από τις πρώτες εκπομπές του Τσιρόπουλου
είχα μάθει και για την αγία Ισιδώρα τη Δια Χριστόν Σαλή.
Είχα εντυπωσιαστεί! Δεν φανταζόμουν ότι υπήρχε τέτοιο ακραίο είδος ασκήσεως. Πρώτη φορά για τους σαλούς άκουσα στην εκπομπή του Τσιρόπουλου.
Μετά τα διάβασα στην " Ελευθερία του ήθους " του Γιανναρά..
Πετραδάκι πετραδάκι, από τον Τσιρόπουλο, στο Μαλεβίτση, από το Μαλεβίτση στο Γιανναρά, από το Γιανναρά, στους Πατέρες της Εκκλησίας...
Καλή πορεία , ναχουμε καλη συνεχεια , και ας ανεβουμε και κανεναν αναβαθμό σε κεινη τη Σκαλα , που αυριο Παλιοί και Νεοι αυριο θα ακουσουμε
ΑπάντησηΔιαγραφήΒοήθεια και οι λατρεμένοι μου
ΔιαγραφήΆγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες.
Ας μας δίνουν δύναμη τα Μαρτύρια να τα υπομένουμε...
Αληθινός και γι'αυτό και κοφτερός ο λόγος του συγγραφέα και στοχαστή. Ακούγεται αφυπνιστικός σε ένα κόσμο που στην καλύτερη των περιπτώσεων χωλαίνει επ αμφοτέρας τα ιγνύας, γι αυτό και η παρακμή η πνευματική που διαχέεται σαν δηλητήριο. Δεν υπάρχουν παραδείγματα, δεν υπάρχουν ηγέτες γκρινιάζουμε μίζερα...Ο Αβραάμ δεν είχε γύρω του ούτε ηγέτες ούτε ίσως ανθρώπους να μοιραστεί τα μεγάλα...έγινε ο ίδιος ηγέτης...Τοσούτον λοιπόν έχοντες νέφος Μαρτύρων περικείμενον, οι δικαιολογίες μας χλωμιάζουν απελπιστικά...
ΑπάντησηΔιαγραφήΑΚΥΛΑΣ
Aκύλα μου
ΑπάντησηΔιαγραφήνομίζω ότι ο καθένας μας είτε το θέλει είτε όχι
στο περιβάλλον στο οποίο ζει και κινείται αφήνει μια σφραγίδα. Ένα παράδειγμα. Την αξιολόγηση αυτής της σφραγίδας, αυτού του παραδείγματος, δεν μπορεί να την κάνει ο άνθρωπος για τον εαυτόν του. Αλλος θα μας κρίνει. Μέχρι τότε, έκαστος, πορεύεται κατά συνείδησιν...και αρκεί ημίν...
Εδώ νομίζω μπορούμε να παραθέσουμε κάτι από το βιβλίο του πατήρ Dumitru Staniloae ''Η σύμπτωση και η διάκριση των δύο αποκαλύψεων..'' (Ο Θεός, ο κόσμος και ο άνθρωπος) -εκδ. Αρμός
ΑπάντησηΔιαγραφή"Στην ουσία ο θεός μιλάει και ενεργεί συνέχεια μέσα από τα πράγματα που δημιούργησε και κυβερνά, δημιουργώντας πάντοτε καινούργιες περιστάσεις. Ο Θεός καλεί μ' αυτές κάθε άνθρωπο να εκπληρώσει τα καθήκοντα του απέναντι Του κι απέναντι στους συνανθρώπους του και ταυτόχρονα άπαντα κάθε στιγμή στις επικλήσεις του ανθρώπου. Τα πράγματα κι οι περιστάσεις αυτές είναι φανερούμενοι λόγοι του Θεού, επομένως ρήματα (2) παραστατικά.
Ο Θεός μιλάει όμως σε μας ιδιαίτερα με τους λόγους που προκαλεί στη συνείδηση μας, όταν θέλουμε η πρέπει να κάνουμε κάτι· ή στην περίπτωση που κάναμε κάτι κακό, μας μιλάει μέσα από τύψεις, στενοχώριες και αρρώστιες. Μ' όλα αυτά ο Θεός μας καθοδηγεί προς την τελείωση μας, σαν μέσα από ένα συνεχή διάλογο, ανοίγοντας για μας την προοπτική προς την τέλεια εκπλήρωση του νοήματος της ύπαρξής μας, στην κοινωνία με τον άπειρο Θεό."
Είπαμε. Όταν εγώ μιλάω στο Θεό, προσεύχομαι.
ΑπάντησηΔιαγραφή¨Οταν ο Θεός μου μιλάει απροκάλυπτα είμαι σχιζοφρενής, θα σου έλεγε ένας κοσμικός, χχιχιι....
Εντάξει , βρε! Μέσα! Φίνα τα γράφει ο π. Δημήτριος Στανιλοάε...(θυμάμαι κάτι έξοχα δικά του για το Μυστήριο του Πόνου και του Σταυρού...καταπληκτικά...)