(επανάληψη)
Σου έλεγα τις προάλλες, αγαπημένο μου,
για τη μοναδικότητα της επιλογής
που έχει ο καθένας μας.
Ίσως διότι ο Δημιουργός είναι Ένας, να έβαλε αυτή τη σφραγίδα της
Μονα(ς)-δικότητας πάνω σε ό,τι επιχειρούν ή σκέφτονται τα πλάσματά Του.
Και η κάθε μας σκέψη είναι μοναδική, στο κλάσμα του χρόνου.
Και από τη σκέψη συνειδητή ή ασυνείδητη, ξεπηδάνε τα συναισθήματα, που σαν νήματα πολύχρωμα ενεργειακά, διαρρέουν όλο το σώμα μας- μέχρι το μικρότερο κύτταρο- και φτιάχνουν την υγεία ή την αρρώστια μας, τόσο αυτήν της ψυχής, όσο και εκείνη του σώματος.
Συνειδητοποιώντας τη δύναμη της σκέψης κατάλαβα -με κάμποση καθυστέρηση είν'αλήθεια και μέσα από πολλά, νευροψυχολογικού περιεχομένου διαβάσματα - τη δύναμη και αξία της προσευχής.
Για χρόνια ατελείωτης ραστώνης - θα το ομολογήσω με κόκκινα από τη ντροπή μάγουλα και χαμηλοβλεπούσικο ύφος- νόμιζα ότι η προσευχή συνιστούσε ένα πώς να το πώ;ένα σαν εθιμικό μπούρου μπούρου που το γρυλίζανε οι κακόφωνοι ψάλτες της μικρής πόλης όπου μεγάλωσα, οι ψυχροί και αδιάφοροι επαγγελματίες παπάδες και γριές αγράμματες, ανεγκέφαλες, που κάτι έπρεπε να ψιθυρίζουν μέσα στη μοναξιά τους, για να μην αποτρελαθούν, σεργιανίζοντας σαν τα φαντάσματα στα σκοτεινά, εγκαταλελειμμένα τους σπίτια, λίγο πριν γκρεμιστούνε.
Φάνταζε στα μάτια μου, και σαν λεκτικός ψυχαναγκασμός η προσευχή, που τον απάγγελλαν φοβισμένα και προληπτικά ανθρωπάκια, προσπαθώντας με τη χρήση του ψυχαναγκασμού, να αισθανθούν ασφαλέστερα.
Τέλος πάντων, η προσευχή, δεν μου φαινόταν και τόσο απαραίτητη, για μορφωμένους, ισορροπημένους, ώριμους ανθρώπους που είχαν την έντιμη ζωή τους, στρωμένη .
-Εντάξει.
Ίσα με πέντε λεπτά προσευχής την ημέρα, έτσι για να συνεχίζεται μια παράδοση που πήραμε απο τους προγόνους, ήταν καλό, αλλά να μην το παρακάνουμε κιόλας που λέει και η αναιδής παροιμία.
Θυμάσαι;
"Το πολυ Κύριε Ελέησον το βαριέται και ο Θεός!"
-Το βαριέται;
-Δεν ξέρω για το Θεό, εγώ πάντως το βαριόμουνα!
Μέχρι ύπνου βαθέος!
Και όλο χασμουριόμουνα και κοίταγα το ρολόι να δω αν τελειώνει καμιά φορά αυτή η μακροσκελέστατη στις εκφωνήσεις της, Θεία Λειτουργία, στην οποία πήγαινα επειδή έτσι έκαναν όλοι, επειδή έτσι έπρεπε, χωρίς να διανοούμαστε άν άξιζε τον κόπο, τόσος μαζοχισμός από μέρους μας.
Δεν είχε προκύψει ακόμα, ελεύθερη σκέψη και προοδευτικές αντιλήψεις στη μικρή κοινωνία μας.
Στενά τα μυαλά μας, ίδια με βικτωριανούς κορσέδες για πάνυ αφράτες κυρίες...
Και όποιος δεν πήγαινε στην εκκλησία τακτικά, τον έδειχναν περιφρονητικά με το δάχτυλο.
-Και τελικά;
-Τελικά, ήρθε " μια Κυριακή, μία γιορτή μία πίσημος ημέρα", που λέει και το δημοτικόν άσμα, λατρεμένο μου, και σαν να άστραψε ένα γλομπάκι μέσα στο μυαλό μου.
Σαν να τραβήχτηκε μια κουρτίνα.
Σαν να μπήκε στης ψυχής το δωμάτιο, ένα άλλο, γλυκό και ανέσπερο φως.
Και τότε κατάλαβα, ότι η προσευχή δεν χρειαζόταν εμάς.
Ότι δεν του έκανα χάρη του Θεού, κάθε που προσευχόμουνα.
(Γελάς; Ναι! Τόσο βλάκας ήμουνα! Νόμιζα ότι του και χάρη! )
Η φύση του νοός είναι τέτοια
που πλέκει συνέχεια αμέτρητα πολύχρωμα νήματα σκέψεων.
Οι σκέψεις, με τη σειρά τους, αστραπιαία σχεδόν, μετατρέπονται σε συναισθήματα, τα συναισθήματα με τη σειρά τους, μάς πιέζουν σε ενέργειες, υλοποιήσεις και πράξεις.
Γιατί μας προστατεύει η συνεχής, η αδιάλειπτη- ακόμη και στη διάρκεια του ύπνου- προσευχή;
Διότι, δεν μπορώ-ένεκα της κατασκευής του εγκεφάλου μου-
στο ίδιο κλάσμα του χρόνου
να έχω ταυτόχρονα δυο σκέψεις, μια καλή και μια κακή.
Ούτε κάν δυο καλές ή δυο κακές σκέψεις.
Στο κάθε κλάσμα του χρόνου, μπορώ να έχω μόνο μ ί α σκέψη,
και είναι πολύ σημαντικό, αυτό να το θυμούμαι.
Στο κάθε κλάσμα του χρόνου μου έχω να επιλέξω ανάμεσα στο Μηδέν του θελήματος της Αμαρτίας και στο Ενα του θελήματος του Αγίου Πνεύματος.
-Ου δυνάμεθα δυσιν κυρίοις δουλεύειν, ταυτοχρόνως.
Το τόνισε και ο Θεάνθρωπος.
Ή θα λέω στο κλάσμα του χρόνου"Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με"
ή στο ίδιο εκείνο κλάσμα του χρόνου, θα σκεφτώ:
"Μωρέ θα της ρίξω ποντικοφάρμακο στον καφέ της παλιοπεθεράς, να γλυτώσω!"
Των αδυνάτων αδύνατον, στο αυτό κλάσμα του χρόνου να έχω δυο σκέψεις, συγχρόνως!
Στο κλάσμα του χρόνου χωράει πάντα μ ί α επιλογή, σκέψης, λόγου, πράξης,
και τις προάλλες τα λέγαμε.
Λοιπόν, αν δεσμεύω το κλάσμα του χρόνου μου , με προσευχή, επιτρέπω στο Άγιο Πνεύμα, να έρθει , να με φωτίσει με τη Χάρη Του, να με συγκρατήσει από βλακώδεις ενέργειες και βλαπτικές, που κάνει πάντα ο άνθρωπος, όποτε δρα παρορμητικά, και χωρίς να προσεύχεται.
Αυτό βέβαια, απαιτεί έναν κόπο και ένα πόνο.
Αποτελεί αυτή η αυτοσυγκέντρωση και αυτή η αγαθή βία επί του εαυτού μας, το πιο δύσκολο, πνευματικό έργο-όλοι το ομολογούν.
Οι αμοιβές όμως που δίδει αυτή η πρακτική, επί της ψυχικής υγείας ειναι τεράστιες!
Οι αληθινά ευφυείς διαλέγουν το δύσκολο δρόμο, διότι μόνο αυτός, παρέχει ελευθερία και γνήσια ασφάλεια!
Ο άνθρωπος που προσεύχεται ολόψυχα, που παραδίδεται χωρίς αντίσταση στο θέλημα του Κυρίου, μετέχει στου Κυρίου τη Δύναμη και την Αφθαρσία...
Αν δεν δεσμεύσουμε ευφυώς το νού δια της προσευχής- στο κάθε κλάσμα του χρόνου, θα επιμείνω- ο νούς μπορεί πολύ εύκολα να εκτραπεί σε οδούς σκολιάς, και να μας συντρίψει στη συνέχεια δια των ατόπων επιλογών -που με την παρακίνηση των αρνητικών σκέψεων- δαιμονικών ανεπαίσθητων υποβολών, επιτελέσαμε.
Χωρίς τη δεύσμεση-δια της προσευχής- του νοός -το κάθε κλάσμα του χρόνου- δια της επικλήσεως του Θείου Ονόματος, δια της επικλήσεως των θείων λόγων και σοφών νοημάτων, γινόμαστε πολύ εύκολα- εκ δεξιών και εξ αριστερών που λένε οι Πατέρες- έρμαια στις διαλυτικές δυνάμεις του μίσους, και των δαιμόνων των ποικίλων παθών που μας σέρνουν αλυσόδετους μέσα σε απαραμύθητο υπαρξιακό πόνο, αιώνιο!
Η προσευχή, εν τέλει, δεν χρειάζεται εμάς.
Το κατάλαβα πιά, λατρεμένο μου.
Εμείς, χρειαζόμαστε την ενοποιό και αγιαστική, και ισχυροποιό, ενέργεια της προσευχής, κατεπειγόντως!
"Μνημονευτέον Θεού δεί ή αναπνευστέον" είπε ο Άγιος του Θεού.
Δεν είναι σχήμα λόγου.
Μακάριος όποιος το νιώσει και το εφαρμόσει.
Θα αγάλλεται νυν και εις τους αιώνας των αιώνων, αμήηηην!
Ευανθία η Σαλογραία
...............................................................
..........................................................................
Τού π. Ιωάννη Ρωμανίδη
Ο φωτισμός του νου δεν είναι μια τεχνική μέθοδος, με την οποία διαχωρίζεται η νοερά ενέργεια από την λογική ενέργεια, αλλά είναι μια κατάσταση επισκέψεως του Αγίου Πνεύματος.
Αυτό γίνεται με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος.
«Κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας εκείνος ο οποίος έχει την επίσκεψη αυτή του Αγίου Πνεύματος, αποκτά την φώτιση του νου. Το Άγιον Πνεύμα έρχεται μέσα στην καρδιά του ανθρώπου, ανεξάρτητα από την λογική. Το Άγιον Πνεύμα μάς δίνει την ευχή και αποκτάμε την νοερά προσευχή, την νοερά λατρεία. Εμείς δίνουμε στον Θεό την λογική λατρεία».
Άλλωστε, η απουσία του Αγίου Πνεύματος συνιστά τον σκοτασμό του νου.
«Τι σημαίνει εσκοτισμένος νους, Δεν έχει Πνεύμα άγιον να προσεύχεται μέσα στην καρδιά».
Φωτισμός του νου είναι η πρώτη θεωρία, από την οποία ο άνθρωπος ανεβαίνει στην θέα της δόξης του Θεού.
«Γενικά, χωρίζονται οι εμπειρίες αυτές περί Θεού στο στάδιο του φωτισμού και στο στάδιο της Θεώσεως, δηλαδή. Το στάδιο της Θεώσεως δεν είναι μόνιμη κατάσταση στην ζωή αυτή, αλλά διαρκεί καθ’ όσον κανείς φτάνει στην θέωση και παραμένει στην θέωση και μετά επανέρχεται στον φωτισμό. Η σταθερή κατάσταση, η πνευματική, είναι η κατάσταση του φωτισμού».
Η εμπειρία του φωτισμού του νου βιώνεται με την νοερά προσευχή, διότι εάν ο άνθρωπος «έχει φώτιση, έχει νοερά προσευχή».
«Έχουμε θεοπνεύστους, αυτούς οι οποίοι ευρίσκονται στην κατάσταση φωτισμού, αυτοί που έχουν την νοερά ευχή, την ευχή του Αγίου Πνεύματος μέσα στην καρδιά. Γιατί είναι αυτοί θεόπνευστοι; Διότι το ίδιο το Άγιον Πνεύμα προσεύχεται μέσα τους. Εφ' όσον δεν είναι δική τους η προσευχή αυτή δηλαδή, είναι το Πνεύμα που προσευχόταν μέσα τους. Και αυτό είναι θεοπνευστία. Και αυτά τα δύο μαζί στην εκκλησιαστική ορολογία λέγονται θεωρία».
«Για τους Πατέρες της Εκκλησίας, ο φωτισμός αποτελείται από ρήματα και νοήματα, αλλά υπό μορφή προσευχής. Οπότε, μέσα στις προσευχές, στην κατάσταση του φωτισμού υπάρχουν τα ρήματα και τα νοήματα. Και ο άνθρωπος ο οποίος έχει την προσευχή της καταστάσεως του φωτισμού, δηλαδή την νοερά προσευχή στην καρδιά, αυτή η προσευχή φωτίζει τον νου του ανθρώπου, βλέπει δια της πίστεως πλέον, με την μαρτυρία του Αγίου Πνεύματος, πράγματα μέσα στην καρδιά του τα οποία πριν δεν τα έβλεπε, αλλά τα βλέπει δια της πίστεως αυτά τα πράγματα και κατανοεί πνευματικά, όχι φιλοσοφικά, τα ρητά και τα νοήματα.
Διαβάζει την Αγία Γραφή, έχει κατανόηση των ρητών και των νοημάτων, όχι εξ επόψεως φιλοσοφικής μεθόδου, αλλά εξ επόψεως μεθοδολογίας. Γιατί; Διότι τα ρητά και τα νοήματα θεωρούνται ως φάρμακα του ανθρώπου. Δηλαδή, όπως ο άνθρωπος έχει φάρμακα, αφού είναι άρρωστος, όταν φθάσει στην υγεία, καταργεί τα φάρμακα. Δεν είν' έτσι; Δεν δίνουμε στους υγιείς ανθρώπους φάρμακα, τα δίνουμε στους αρρώστους, διότι είναι άρρωστοι. Και επειδή ο άνθρωπος είναι άρρωστος, γι' αυτό και έχει το φάρμακο του φωτισμού δηλαδή. Και ο φωτισμός αυτός αποτελείται από ρητά και νοήματα υπό μορφήν προσευχής, αδιαλείπτου προσευχής στην καρδιά.
Λοιπόν, αυτή η κατάσταση του φωτισμού είναι η επαφή του ανθρώπου με τον Θεό, είναι η πρώτη κοινωνία με τον Θεό, οπότε ο άνθρωπος γίνεται ναός του Αγίου Πνεύματος, Γιατί; Διότι το Άγιον Πνεύμα προσεύχεται μέσα στην καρδιά.
Αν πάρετε τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου και τις διαβάσετε από αυτής της επόψεως, σιγά-σιγά θα καταλάβετε ότι αυτή είναι η πραγματικότητα κατά τον Απόστολο Παύλο. Και όταν μιλάει περί γλωσσολαλίας αυτό εννοεί. Όταν λέει "προσεύξομαι τω νοΐ" (Α Κορινθίους ιδ: 15), σημαίνει θα προσευχηθώ λογικώς, διότι έχουμε και την λογική προσευχή, αλλά θα προσευχηθώ και πνευματικώς, νοερώς δηλαδή. Και με την καρδιά προσεύχεται αδιαλείπτως όλο το εικοσιτετράωρο, ενώ με την λογική προσεύχεται ο άνθρωπος κάποτε-κάποτε, διότι τις άλλες ώρες η λογική είναι απησχολημένη με καθημερινές δουλειές».
Ενώ η νοερά προσευχή στον ενήλικα ενεργεί με λέξεις που γνωρίζει, εν τούτοις στα μωρά παιδιά ενεργεί χωρίς λέξεις και χωρίς λόγια. Ο νους προσεύχεται με τις λέξεις που προσφέρει η λογική. Όταν, όμως, η λογική στα μωρά παιδιά δεν έχει ολοκληρωμένες λέξεις, τότε ο νους προσεύχεται με τον τρόπο που εκφράζεται η μη απηρτισμένη ακόμη λογική του παιδιού.
«Δεν έχει σχέση ποια είναι η μορφή των λέξεων, αρκεί να είναι από ψαλμούς, από ευχές της Εκκλησίας κλπ. Το ίδιο που εσύ λες με την λογική σου, με αυτό το ίδιο το Άγιον Πνεύμα προσεύχεται. Όπως το μωρό παιδί δεν έχει ακόμα συνειδητοποιήσει λέξεις. Στο μωρό, όταν γίνεται η φώτιση, γίνεται χωρίς τα λόγια, δεν είναι ανάγκη να είναι λόγια αυτά, απλώς η μνήμη υπάρχει. Οπότε, τα μωρά έχουν την μνήμη αυτή. Γι' αυτό και όταν πάρετε ένα μωρό και το διδάξετε και λογικά να πιστεύει, μπορεί να είναι Άγιο. Στα δύο με τρία του χρόνια μπορείς να διδάξεις και νοερά προσευχή».
Πάντως, η νοερά ευχή στην καρδιά δεν είναι ένα συναισθηματικό γεγονός, αλλά είναι εμπειρία πραγματική.
«Η ευχή μέσα στην καρδιά είναι εμπειρικό φαινόμενο, διότι ο άνθρωπος, όταν έχει την ευχή μέσα στην καρδιά του, την ακούει, δηλαδή είναι μάρτυς ότι έχει αυτή την εμπειρία, δεν είναι μια φαντασία, δηλαδή. Ο φωτισμός είναι εμπειρία, η θέωση είναι εμπειρία.
Μετά έχουμε και ένα άλλο φαινόμενο, μιαν άλλη όψη του θέματος. Είναι το θρησκευτικό μέρος του θέματος. Ο άνθρωπος έχει την ενέργεια που την λέμε νοερά ενέργεια και δεν είναι λογική ενέργεια. Η λογική ενέργεια έχει ως κέντρο το νευρολογικό σύστημα, η νοερά ενέργεια ως κέντρο έχει την καρδιά του ανθρώπου. Ώστε, όταν χωρισθεί η νοερά ενέργεια από την λογική ενέργεια και έχει την ευχή και είναι περιορισμένη η νοερά ενέργεια στον χώρο της καρδιάς, και κάθεται η καρδιά και κάνει τον παπά και τον ψάλτη, δηλαδή, όλο το εικοσιτετράωρο, τότε έχουμε τον άνθρωπο ναό του Αγίου Πνεύματος, εξ αιτίας αυτής της εμπειρίας».
«Να φεύγουν οι λογισμοί και να τεθεί ο άνθρωπος υπό την επίβλεψη ενός Πνευματικού, ο οποίος να μπορέσει να τον οδηγήσει, ώστε να γίνει πραγματικά ναός του Αγίου Πνεύματος και να φθάσει στο να έχει την νοερά ευχή μέσα στην καρδιά του. Δηλαδή, και έτσι να γίνει ναός του Αγίου Πνεύματος. Και αυτός είναι ο κυρίως φωτισμός στους Πατέρες της Εκκλησίας. Η ευχή, δηλαδή η κατάσταση της ευχής, αυτός είναι ο φωτισμός.
Και όταν ευρίσκεται σε αυτήν την κατάσταση, τότε η ευχή ή η προσευχή μπορεί να είναι ολόκληρη, μπορεί να μην είναι.
Στην αρχαία Εκκλησία δεν ήταν μόνον ας πούμε το "Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με τον αμαρτωλόν" κλπ. Στην Δύση η νοερά ευχή γινόταν με ψαλμούς της Παλαιάς Διαθήκης. Και φαίνεται από τον Απόστολο Παύλο, στην προς Εφεσίους, που λέει "άδοντες και ψάλλοντες εν τη καρδία υμών τω Κυρίω" (Εφ ε΄ 19). Εκεί "άδοντες και ψάλλοντες" δεν είναι το μοντέρνο ψάλσιμο που γίνεται στην Εκκλησία. Διότι στην αρχαία Εκκλησία λέγεται ψάλτης, επειδή έλεγε τους ψαλμούς. Και από εκεί είναι ο ψάλτης, είναι εκείνος που λέει ψαλμούς. Οπότε, όταν λέει "άδοντες και ψάλλοντες", σήμερα θα λέγαμε μόνον "ψάλλοντες" δηλαδή δεν θα λέγαμε "άδοντες". Ψάλλοντες θα λέγαμε και αυτό είναι και το άδοντες μέσα σήμερα. Τότε όμως υπήρχε διάκριση, άδοντες και ψάλλοντες. Το "ψάλλοντες" είναι οι ψαλμοί».
«Και όταν ο άνθρωπος αποκατασταθεί σε αυτή την κατάσταση, τότε είναι φωτισμένος και τότε γίνεται φυσιολογικός, έχει κοινωνία με τον Θεό. Αυτός είναι ο ναός του Θεού».
Το διάβασα στον Τρελογιάννη-Πηγή: "Εμπειρική Δογματική τής Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας κατά τις προφορικές παραδόσεις τού π. Ι. Ρωμανίδη" Τόμος Β΄. Τού σεβ. Μητρ. Ναυπάκτου και αγ. Βλασίου Ιεροθέου.
...........................................................................
.................................................................................
Σ΄ όλη μου τη ζωή, κατά βάθος, νοιώθω σαν να περιμένω σε σιδηροδρομικό σταθμό.
Και πάντα αισθανόμουν ότι όσα έχω ζήσει ως τώρα, δεν ήταν η πραγματική μου ζωή,
αλλά μια μακρυά αναμονή, για κάτι αληθινό...
πηγή: Προσκυνητής
................................................................................
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου