Περιστεράκι μου, την ξέρεις την τολμηρή την ερώτηση που έθεταν πριν χρόνια, κάποιοι αρκουδόμαγκες:
-Τι είναι αυτό που βρίσκεται πίσω σου, είναι μαύρο, και κρατάει μαστίγιο;
-Πολύ αλλόκοτο ακούγεται, πες το, δεν το βρίσκω, να το πάρει το ποτάμι!
-Αχαχα! ...λοιπόν το μαύρο, που είναι πίσω σου, και κρατάει και μαστίγιο ...είναι η ...λαλακία
που σε δέρνει!
- Πιφ! εξυπνάδες!
Αηδίες! Εμένα δε με δέρνει τίποτα, εσύ είσαι απλώς για τα πανηγύρια, θεόμουρλη, γριά ασυμμάζευτη...
-Μη βρίζεις, λατρεμένο, μη βρίζεις, χαίρονται οι δαιμόνοι , και μου θυμίζεις τη μακαρίτισσα...ασε να σου αναλύσω, άκουσον μεν, πάταξον δε(ν)......
Ποία, λέγω, ήτο η κύρια ...λαλακία που έδερνε την αφεντιά μου;
Η απερίγραπτος ...τοιαύτη και τοσαύτη που με «έδερνε»- και δεν ντρέπομαι να το ομολογήσω- είχε σχέση με την αντίληψη ότι αρκεί να σου εξηγήσω κάτι -το οτιδήποτε- λεκτικά , και εσύ θα το καταλάαααβεις!
Τέτοια κούνια με κούναγε και ροχάααλιζα μακααάρια μες στην καρακοσμάρα μου, η καλτάκα...
-Και δεν ισχύει αυτό, Σαλογραία μου; θα ρωτήσει ίσως η νεαρή Πηνελόπη -που διαβάζει με θρησκευτική αφοσίωση το μπλοκάκι, εμψυχώνοντάς με...
-Ισχύει, λατρεμένο μου, ισχύει για πράγματα με λογικές κατασκευές και δομές, όχι όμως για αναφερόμενα σε συναισθήματα και εμπειρίες ζωής των ανθρώπων.
Ας πούμε, αν σου δώσω ένα μικρό μίξερ και σου πω: έτσι δουλεύει αυτό το μαραφέτι, θα το βάλεις στην πρίζα, θα πατήσεις εκείνο το κουμπάκι, και χιμπατζής να είσαι, και IQ ραδικιού να έχεις, θα το καταλάβεις θα το εφαρμόσεις και θα κάνεις με δαύτο, τη σκορδαλιά που πρέπει να κάνεις, και η ομήγυρη θα γλείφει τα δάχτυλά της...
Αν όμως, προσπαθήσω να σου περιγράψω, πώς ένιωσα όταν γέννησα το πρώτο μου παιδί, εσύ θα το αντιληφθείς ψιλά, εγκεφαλικά, ως μια στεγνή πληροφορία που σου δίδεται- αποκλείεται να το αντιληφθείς βιωματικά διότι δεν έχεις γεννήσει ακόμα και όλη σου η γνώση για γέννες, αναφέρεται μόνο σε ό,τι είδες στο σινεμά ή σε φίλους και σε συγγενείς, πράγμα που ΔΕΝ είναι καθόλου, μα καθόλου- σου τονίζω- το ίδιο...
Αυτά που γράφω σήμερα, grosso modo , σε γενικές γραμμές δηλαδή, τα επαναλάμβαναν και σε μένα, οι μεγαλύτεροι, όταν βρισκόμουν στη δική σου νεαρή ηλικία- νόμιζα ότι κατανοούσα τα σχόλιά τους, νόμιζα λέω- το όρνεον - πλην, την τύφλα μου δεν είχα συλλάβει έως ότου ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, καθώς και οι άγιες Γραφές αναφέρουν.
-Τι είναι, πάλι αυτό το πλήρωμα του χρόνου; Με έχεις μπερδέψει!
-Ως πλήρωμα του χρόνου ορίζεται ο καιρός κατά τον οποίο λαμβάνω και γω την
ανάλογη εμπειρία και έτσι δια της εμπειρίας και μόνο δια
της προσωπικής μου εμπειρίας- σε ένα κάποιο βαθμό- ΚΑΙ τα δικά σου βιώματα, είμαι σε θέση να τα συν-αισθανθώ...να τα ζήσω εντός μου, σαν να είμαι και γω,
λιγάκι μέσα στο δικό σου σώμα-δωμάτιο.
Το έχω αναφέρει και παλιότερα αλλά επειδή επιθυμώ να το εμπεδώσεις έτι και έτι, θα το ξαναπώ:
Μου αρέσει να παρομοιάζω τον κάθε άνθρωπο- κυρίως λόγω της φύσης του νευρικού του συστήματος- σαν ένα δωμάτιο περίκλειστο.
Το τέλος του δωματίου, βρίσκεται στα όρια των δερματίνων χιτώνων του σώματος.
Όλη η ανθρωπότητα, θα μπορούσε να μοιάζει σαν ένα σύνολο διαρκώς μετακινούμενων δωματίων, εκτεινόμενων στο φαινομενικά ατελεύτητο πεδίο του χωρόχρονου, άλλο κοντινότερα, άλλο πιο μακριά μου.
Οι τοίχοι κάθε δωμάτιου συναποτελούν το ένα έκαστο έμψυχο, ανθρώπινο σώμα.
Το "εγώ" που κατοικεί μές σ' αυτό το σώμα- δωμάτιο είναι η ατομικότητά μας, η μοναδική συνειδητότητα του προσώπου, που δια του εγκεφάλου εκφράζεται ποικιλότροπα.
Τα έπιπλα και τα αντικείμενα που διαθέτει αυτό το δωμάτιο, απεικονίζουν τις ε μ π ε ι ρ ί ε ς μας.
Κανένα "εγώ"
- ποτέ των ποτών όσο ζεί σ' αυτή τη ζωή-
δε βλέπει κατά πρόσωπο το άλλο "εγώ"
το "εγώ" του διπλανού σώματος- δωματίου.
Είμαστε κλειδωμένοι, κατάμονοι, ο καθένας στους δικούς του περιορισμούς και την υπαρξιακή μοναξιά του.
Τα κελλιά μας, δε διαθέτουν οροφή... μόνο ένα κομμάτι ουρανού, μπορεί-αν θέλει-όταν σηκώσει το κεφάλι, να χαρεί ο καθένας.
Απ’ αυτή την ανοιχτή οροφή ακούγονται οι φωνές μας στα άλλα δωμάτια, τα κοντινότερα, και τ' απόμακρα.
Το κάθε «εγώ» μπορεί να ακούσει τη φωνή του διπλανού του «εγώ»- ακούει τη φωνή καθώς εκπέμπεται απ' το δίπλα δωμάτιο...
Αυτά τα περίκλειστα κελλιά της εμπειρίας, βρίσκονται σε αέναη κίνηση, όχι μόνο εν τόπω αλλά και εν χρόνω, όπως ακριβώς και τα σώματα των ανθρώπων.
Συχνά δυο δωμάτια-σώματα, για λίγο, βρίσκονται δίπλα δίπλα συν-χρόνως...
Αν θέλουν οι κάτοικοι που μένουν εντός, πιάνουν επί μακρότερον την κουβέντα,ακούγοντας τη χροιά της φωνής και προσπαθώντας να προσδιορίσουν τις σημασίες των λόγων της.
Τακτικά, δημιουργούνται, μεταξύ των συνομιλούντων ιδιαίτερες φιλίες, οικειότητες.
Τότε, με την περιγραφή της κουβέντας , προσπαθούμε
να φ α ν τ α σ τ ο ύ μ ε τι κουβαλάει ο διπλανός στο κελλί του.
Έχουμε κάνει και τις μύριες -προς τούτο- συμβάσεις πάνω στη γλώσσα.
Μας περιγράφει ας πούμε ο ένοικος Φαίδωνας:
-Εμένα το δικό μου δωμάτιο, ευνοήθηκε με καλή παιδική ηλικία...
-Ξέρω τι είναι η παιδική ηλικία, του απαντώ.
Είναι κάτι σαν κούκλα, σαν μολυβένιο στρατιωτάκι, δεν είναι;
(Ο Φαίδωνας δε με βλέπει... ποτέ δε με βλέπει, ούτε και γω.
Φτιάχνω για τη μορφή του εικόνες με φαντασία.
Το ίδιο και κείνος εξάλλου, για μένα.
Νομίζω ότι είναι ίδιος ο Μπρατ. Εκείνος με κόβει για Αντζελίνα, χιχι...
Μονάχα ο Ουρανός με βλέπει όπως είμαι απ' το ασκεπές περίκλειστο –ολοτρόγυρα- δώμα.
Σωπαίνει.
Ακούει, ο Φαίδωνας, τα λόγια, της φωνής- πάντα μόνο τον ήχο, γραπτό ή προφορικό που καταφέρνω να αρθρώσω ή που του στέλνω με ταχυδρομικά περιστέρια- e -mail ) .
............................................
-Έτσι ακριβώς, απαντάει εκείνος πάλι.
-Α ξέρω τι είναι, αποκρίνομαι με τη σειρά μου, προσπαθώντας να τροφοδοτήσω την επαφή.
Είχα και γω ένα μολυβένιο στρατιώτη, ένα αεροπλανάκι, μια κούκλα, αλλά κάποιος, μου τα πέταξε στο δωμάτιο, σπασμένα.
Ξέρεις τι είν' τα σπασμένα;
-Δεν μπορώ να είμαι βέβαιος, μουρμουρίζει αμήχανος ο Φαίδωνας.
Είμαι δεκαοχτώ χρονώ και ακόμη δε μου έσπασε τίποτα, δε γνωρίζω...
Θα προσπαθήσω να φ α ν τ α σ τ ώ - αργότερα όμως- τώρα παίζω παιγνίδι με ρόλους- στο κομπιούτερ... το χάρισε ο πατέρας.
-Τι είναι κομπιούτερ; Είμαι παλιάς φιλοσοφικής σχολής, δε μου αρέσουν οι μηχανές, δε συνάντησα κομπιούτερ μέχρι τα σήμερα...
-Δε συνάντησες; κομπιούτερ ...μοιάζει σαν κουτί...κάπως σαν τη ντουλάπα που ξέρω ότι έχεις και συ στο δικό σου δωμάτιο, μονάχα μικρότερο...
-Α κατάλαβα.
Μια μικρή ντουλάπα είναι ο κομπιούτερ...και τι είναι το παίξιμο ρόλων, που παίζεις με τις ώρες σε αυτό το ...κομπιούτερ;
-Να, είναι σαν τα αμέτρητα ρούχα, που ανοίγεις την ντουλάπα και φοράς -πότε το ένα, πότε το άλλο- και έτσι αλλάζεις την όψη σου...
-Α, το εμπέδωσα.
Μην εξηγείς άλλο, μη σε κουράζω...
Ενδιαφέρον παιγνίδι μου φαίνεται...θα ήθελα και γω να το παίξω...
-Να το παίξουμε, αρκεί να σταματήσει το χιόνι...
-Χιόνι;
-Ναι, στην Αλάσκα που μένω χιονίζει τον περισσότερο χρόνο, αντείπε ο Φαίδωνας.
-Α! Ξέρω τι είναι το χιόνι...είναι σαν τα παγάκια που έχω στο ψυγείο μου.
Εδώ στην Αφρική που μένω, δε χιονίζει ποτέ, ο ήλιος μας καίει συνέχεια σχεδόν, αλλά ξέρω τι είναι το χιόνι.
Είδα ταινία με χιόνι τις προάλλες...ένα αεροπλάνο έπεσε στις Άνδεις.
Αυτοί που επέζησαν φάγαν παγωμένους ανθρώπους, ωμούς, και έτσι κατάφεραν, επιβίωσαν.
-Χαίρομαι που με καταλαβαίνεις. Είσαι κοπέλα έξυπνη με ευρύτητα πνεύματος και με νιώθεις...
-Ναι, σε νιώθω, νομίζω πως είμαστε γεννημένοι ο ένας για τον άλλον.
Τόση κατανόηση δε βρήκα από άλλον, τι λες; παντρευόμαστε;
-Παντρευόμαστε.
................................
Και παντρεύονται.
Και ζούνε βίους παράλληλους στα γειτονικά τους δωμάτια-σώματα.
Επειδή ο έρωτας δημιουργεί ισχυρότατη την ψευδαίσθηση της ταύτισης και της κατανόησης...
Και μετά, ο έρως απ’ τις ορμόνες εξανεμίζεται, η μοναξιά η κουτσοδόντα, των δαιμόνων συνεργούντων τίμιε πάτερ, καγχάζει ίδια εφιαλτικό κάδρο στον τοίχο της μισοσκότεινης κάμαρης.
Κάπως έτσι διεξάγονται οι διάλογοι των πολιτισμένων.
Κάπως έτσι κατανοούνται οι άνθρωποι μεταξύ τους.
Φαίνεται απροσπέλαστο το μυστήριο του είναι μας...
Και βέβαια το Άκτιστο Είναι του Θεού, βρίσκεται κεκρυμμένο απόλυτα στης Αγνωσίας το Γνόφο...
Γι αυτό και η Ταπείνωση- ως δόσιμο αγάπης, ως πλήρες ξέχασμα του εαυτού, Χάρισμα των Αγίων- αποτελεί την υπέρτατη αρετή, το μόνο της Αλαζονείας αντίδοτο...
Γι αυτό έγραφε ο Μπ. Σω, ότι ακόμα και αν διαβάζαμε την πιο λεπτομερή και πολύτομη βιογραφία ανθρώπου και πάλι το μόνο που θα μπορούσαμε να πούμε ότι γνωρίζουμε για κείνον -επί της ουσίας- θα ήταν τα μανικετόκουμπα και της στολής του τα μέρη.
-Ποτέ -επί της ουσίας- άνθρωπος δεν είδε ανθρώπου, το πρόσωπο.
-Και κανενός ανθρώπου- επί της ουσίας- η εμπειρία δεν περιγράφεται.
-Μονάχα με όρους εξαιρετικά σχετικούς και κατά προσέγγιση αποδίδεται.
Και ψηλαφούμε τα γεγονότα, τα σκότη και η μοναξιά μας- ανθρωπίνως- δεν αίρεται.
Μονάχα ο Ουρανός από ψηλά, μας κοιτάζει ευσπλάγχνως.
Σωπαίνει.
Και παρεμβαίνει με την έσχατη διά-κριση.
Και μας απαγορεύει, ρητά, να κρίνουμε την πάντα αόρατη ψυχή του πλησίον.
Διότι, το «εγώ»- πρόσωπο, του πλησίον-
-
πάντα να το θυμάσαι και μην τους πιστεύεις τους δαίμονες όταν σου λένε πως «ξέρεις!»-
ποτέ μα ποτέ, πριν τη Συντέλεια δεν θα το δούμε.
Ειρήνευε.
Ειρήνευε, επειδή η Έσχατη Κρίση είναι του Κυρίου η αδιαπραγμάτευτη αρμοδιότητα.
Εκείνος κατέχει την τέλεια πληροφορία, την πλήρη εικόνα, την ζωηφόρο αγάπη, όταν θα ηχήσουν οι σάλπιγγες, όταν θα πέσουν οι τοίχοι των φυλακών μας, και όταν όλος ο κόσμος με αιώνια φωτιά θα αλατιστεί και εν ριπή οφθαλμού, θα γίνει Καινούργιος!
Σαλογραία