Περιστεράκι μου
τις προάλλες, πηγαίνοντας εις αποχαιρετιστήριο - και διαποτισμένο από χαρμολύπη- καθήκον, εντελώς στο ξαφνικό, εντελώς στο απροσδόκητο, ποιον νομίζεις ότι ένιωσα να με σκουντάει με τρυφερότητα στην πλάτη και στρέφοντας προς τα πίσω το κεφάλι, τον αντίκρισα -μετά από δεκαετίες- κατάπληκτη ;
Την αλησμόνητη δ.Σοφία, την πνευματική μου μητέρα!
-Πνευματική μητέρα;
Τη νονά σου εννοείς;
-Όοοχι τη νονά μου!
Δυστυχωωωώς δεν ευτύχησα να γνωρίσω τη νονά μου.
Το νονό , τον ξέρω από φωτογραφία- σχεδόν- έχω ξεχάσει και τ' όνομα.
Μονάχα το φριχτό του επάγγελμα εν-τυπώθηκε ως σφραγίδα άλγους, στη μνήμη μου.
-Οδοντίαααα(χ)τρος!
Εκείνο το νονό, καλώς ή κακώς -ουκ οίδα, Κύριος οίδεν- από τότε που βαφτίστηκα -δίχρονο κοριτσάκι στον Αγιάννη το Ρώσο στο Προκόπι της Εύβοιας, προκειμένου να εκπληρωθεί το μεγάλο τάμα που έκανε - εποχή του Εμφύλιου, ακόμη άγαμος- ο πατέρας μου- εκείνον -λέω- το νονό, για πολλούς και διάφορους λόγους, δεν τον ξαναθυμάμαι μπροστά μου...
Και να σου ψιθυρίσω εμπιστευτικά, να το γνωρίζεις μόνον εσύ- εγώ-, κι ο κόσμος όλος
(διότι ουδέν κρυπτόν υπό τον ιντερνετικόν ήλιον)
σαν αγκαθάκι με τσίμπαγε στην καρδιά, η σκέψη ότι τον νονό δεν τον έβλεπα ποτέ και ΔΕ λάβαινα από κείνον την πασχαλινή μου λαμπάδα- όπως ήταν το έθιμο- ή κάποιο ζευγάρι παπούτσια που συνηθιζόταν να χαρίζει το Πάσχα, έκαστος ευ-συνείδητος ανάδοχος στα πολλά και διάφορα- κατά την προαίρεση της ψυχής- γηθοσύνως τιτιβίζοντα, βαφτιστηράκια του.
Μιλώντας, λοιπόν, για τον οδοντίαααα(χ)τρο εκείνον
(ούτε καν γνωρίζω αν ζει ή πέθανε, τοιαύτη πλήρης και τελεία επί δεκαετίες, φριχτή αποξένωση)
έρχομαι να τονίσω ότι το πρόσωπο του αναδόχου στην τελετή της Ορθόδοξης Βάπτισης, θα όφειλε να ταυτίζεται και με το πρόσωπο της πνευματικής μητέρας ή του πνευματικού πατέρα, πλην... τις περισσότερες φορές στα νεότερα χρόνια όλο και δ ε ν συμπίπτει, αλίμονο και γραψαλίμονο!
Οι λόγοι, πλείστοι όσοι, δεν θα αναλύσουμε
(Έλεος πια-ξεφεύγω από το κύριο θέμα- έλεος με την ατελεύτητη ανάλυση!
Αυτή με το πλανεμένο υποκειμενικότατο...ψείρισμα, ειδικά σε μικροσκοπικό επίπεδο συγγενικών-φιλικών σχέσεων, κάνει φύλλο- φτερό προθέσεις άγιες και ακυρώνει του πλησίον πολυτίμητα συναισθήματα, δημιουργώντας στην τελική ένα άσπλαγχνο φαντασιακό σύμπαν εσωτερικού-εξωτερικού κόσμου των συν-ανθρώπων και των πεπραγμένων τους,μια αρνητική μετα-τόπιση κινήτρων και παρ-ερμηνεία χαρακτήρων και στάσεων βίου, χωρίς ζωηφόρο λάμψη, χωρίς ανακαινιστική δύναμη, δίχως αιώνια αξία, απαρασάλευτη...)
Πήγαμε, λοιπόν, στον Αγιάννη το Ρώσο - εκεί και τότε- με βάφτισαν- έχω στη μνήμη ζωντανή τη σκηνή μετά το μέγα Μυστήριο... με κράταγαν αγκαλιά και, πλησιάζοντας ο ιερέας- απροσδοκήτως- άπλωσα τα αθώα, φρεσκοβαφτισμένα χεράκια, τον άρπαξα με σθένος -ου το τυχόν- από τη μακριά τη γενειάδα- χαχαχα... είδε και έπαθε ο χριστιανός- τις λευιτικές, σεβάσμιες τριχούλες, να τις γλιτώσει!
( "οποίαι προσημάνσεις υπολανθάνουσαι", θα ηδύνατο να σχολιάσει κακεντρεχώς τις, ευγενικό μου αγαπημένο, αλλ' ημείς, ας συνεχίσωμεν απτόητοι, την περιγραφή των εμπειριών και συναισθημάτων μας...)
Το θέμα είναι ότι μεγάλωσα σαν ορφανό τόσο από βιολογικούς γονείς όσο και από πνευματικούς αναδόχους και στο συνειδητό- όπως θα άρθρωνε εμφαντικά και ο νηφάλιος γνωστός, αμερικανοσπουδαγμένος πατρινός ψυχαναλυτής
(εκείνος ντε που ρίξαμε ΤΟ γέλιο στην κηδεία της μανούλας του, ξαναδιάβασε το σκηνικό να ευθυμήσεις, αν τραβάς κανα ζόρι- μέρες που έρχονται...)
ουδαμώς συνειδητοποιούσα το βάθος της έλλειψης.
Προσωπικά, μπορεί να μην αντιλαμβανόμουν, βεβαίως, τις διαστάσεις της έλλειψης -ως " κουτορνίθι ολκής,
κνώδαλο, κωθώνι και τέρας της Κοινωνίας των Εθνών"
- όλα μαζί, με μια ανάσα τα εκσφενδόνιζε-
"στολίζοντάς " με, ευκαίρως ακαίρως, σε καθημερινή βάση η συχωρεμένη- η ουδόλως από μοντέρνες παιδαγωγικές πρακτικές, χαμπαριάζουσα-
πλήν...η έλλειψη υπήρχε και παρα-υπήρχε και, με την παγερή της σκιά,
με ξύλιαζε αφόρητα...
Ποιος δύναται να νιώσει στο πετσί του, την ψυχολογική ορφάνια παιδιού, που οι γονείς του μαχαιρώνονται για ψύλλου πήδημα ή για άλλης φύσης... πηδήματα γενικότερον;
Ουδείς λατρεμένο μου, ει μη μόνον, όποιος, από τέτοιο ηλεκτρισμένο περιβάλλον κατόρθωσε -χάριτι Θεία- να επι-βιώσει!
.........................................................
Έτσι είχαν τα πράγματα μέχρι που στη μικρή επαρχιακή πόλη της Κυπαρισσίας Μεσσηνίας, που μεγάλωνα, ο Κύριος, έστειλε ως άγγελο εξ ουρανού, τη δεσποινίδα Σοφίααα!
Η δ. Σοφία όπως σχολίαζε η μάνα μου- με απαξιωτικό μορφασμό ενίοτε, ήτανε και "πολυυυύ θεούσα"!
Ξέρεις τώρα δα και πώς φαίνονται οι... θεούσες κάποιας συγκεκριμένης κατηγορίας.
Η δ. Σοφία διατηρούσε φυλακισμένα μονίμως σε μεσαιωνικό κότσο τα υπέροχα καστανόξανθα μαλλιά της, έθαβε το νεανικό της, 37χρονο(τότε )σφύζον από ζωντάνια σώμα κάτω από άχρωμο ντύσιμο δεκαετίας 1940, και...
φόραγε κάλτσα με ΡΑΦηηή!
-ΟΛΑ τα... λεφτά, ΘΕ μου ΘΕ μου, εκείνη η ραφή!
τη σχολιάζαμε κιόλας, οι πιτσιρίκες με καλοπροαίρετα χάχανα κάθε που στράβωνε η γραμμή της, πάνω στη γάμπα...
-Αμάν! πού τις βρίσκαν, αδερφάκι,
α υ τ έ ς τις κάλτσες!
-άλυτη θα μείνει η απορία μου, στον αιώνα-
και τέλος πάντων... η... θεούσα δ. Σοφία, εννοείται ότι δεν έμοιαζε στο παραμικρό με τις γκλαμουριάρες ξανθιές της τυφλεόρασης που ευτυχώς ακόμη
δ ε ν είχαν προκύψει στις συνειδήσεις μας, όμως,
ήταν τέτοια η λάμψη των λαδοπράσινων-ίδια ήμερος ελαιώνας - ματιών της
που για χάρη της, όλες θα πέφταμε στη φωτιά- αν θα το ζήταγε!
Την πρώτη φορά που την είδα, και παρά το ντεμοντέ, της αμφίεσης, με άφησε άφωνη μια ευλογία πνευματική που η παρουσία της έκπεμπε, και ένιωσα σαν τον τυφλό που ξαφνικά... του θεραπεύουν τα μάτια και έκθαμβος βλέπει τον ουρανό- το γαλάζιο, από τη διάχυση των χρυσαφένιων αχτίδων..
Όταν πρωτοαντάμωσα την ταπεινότατη- μέσ'στη Μεγάαααλη Χαρά, λουσμένη παρουσία- που όλο γελούσε σαν παιδούλα πεντάχρονη, και θεωρούσε άπαντα τα του βίου- ακόμη και τα πικρότατα- ως τερπνά, ωφέλιμα και δωρεές απερίγραπτες... έπαθα πολιτισμικό σοκ- που γράφει και κάποιο μικρό περιστέρι μου...
...........................................
Θυμάσαι και συ, τι μου 'χεις τονίσει- με περίσκεψη- σε ανύποπτο χρόνο;
-Ποιοι χριστιανοί, ρε μανδάμ Σαλογραία;
Ἐχεις βρει εσύ, κανένα π ρ α γ μ α τ ι κ ό χριστιανό;
Σου λέω,λοιπόν, ότι αν ποτέ συναντήσω έ ν α ν χριστιανό και
τον θ α υ μ ά σ ω,
και σκεφτώ ότι θα 'θελα να ήμουν σ α ν και α υ τ ό ν,
τότε θα κάνω στροφή, θ΄ αφήσω όλη τη ματαιότητα πίσω μου
και θα ακολουθήσω τα βήματά του!
Μέχρι να γίνει τέτοια Ανά-σταση, σε παρακαλώ, μ ή μου σκοτίζεις τον ...έρωτα!
Έτσι είπες, μονάκριβό μου, και τις κρατώ σκεπασμένες σε αλαβάστρινο δοχείο σιωπής, τις προφητικές λέξεις- εκεί που φυλάω των προσευχών, τους ταπεινούς μαργαρίτες...
περιμένοντας υπομονετικά το "πότε" της δικής σου Συνάντησης...
.......................................................
Η δική μου Συνάντηση, προέκυψε τότε.
Την προσφωνούσαν: "δεσποινίς Σοφία!"
Με θέρμανε -το πεντάρφανο- με τη μορφή της, ο Ήλιος, μέσ' απ'την απερίγραπτη δοτικότητα την απαράμιλλη -εν Κυρίω Ιησού Αναστάντι- αγάπη, την αδιάλειπτη προσευχή της.
Τελικά, ίσως δεν ήμουν τόοοσο "όρνιο", όσο η μακαρίτισσα στα τετραπέρατα διαλαλούσε...
Μου έλειπαν γονείς.
Σχεδόν βιολογικοί.
Και οπωσδήποτε πνευματικοί.
Δίχως να πω μία λέξη, χωρίς να κάνω καμία ξεκάθαρη δήλωση- ανεπιγνώστως-
υ ι ο θ έ τ η σ α τη δ. Σοφία,
ως τη λατρεμένη, πνευματική μου μητέρα.
(Την ίδια εποχή είχα υιοθετήσει και τον ασκητικότατο, ταπεινότατο, πτωχότατο και εντιμότατο π.Χρυσόστομο Ζαχαρόπουλο, της Μονής του Τιμίου Προδρόμου Γορτυνίας, ως τον πνευματικό μου πατέρα...)
Ευχαριστώ εκ βάθους καρδίας, για εκείνη τη Φ ώ τ ι σ η!
Και η δ.Σοφία η...θεούσα, η "αφιερωμένη" της αδελφότητος.... που επέλεξε, να μην αποκτήσει δικά της κατά σάρκα παιδιά, παρά μόνον κανάκευε ανίψια, και ζέσταινε στην πλατιά αγκαλιά της, τα παιδιά πάσης της Οικουμένης, δέχτηκε- εν επιγνώσει αυτή- με άφατη- απόλυτα θεραπευτική, χρυσή προθυμία- να γίνει η πνευματική μου μητέρα.
...........................................
Θυμάμαι ακόμα, πώς... ψάρεψε τον παιδικό μου εαυτό, στα δίχτυα της Πίστης...
Το δόλωμα το δικό της,
( σωστό βάλσαμο ψυχής -δια του σώματος- μια και δεν ήταν μονοφυσίτισσα)
βύσσινο γλυκό του κουταλιού που έφτιαχνε με αφάνταστο κέφι.
Τρελαινόμουν για κείνο το ονειρεμένο το βύσσινο.
Και πραγματικά, ποτέ μου δεν κατάλαβα τη λογική όσων απαξιωτικά αποφθέγγονται με ύφος θιγμένης κυρίας:
- Όου ντήαρρ! δε θα πάρω! να μένει το βύσσινο!
-Τι θα πεί να μένει το βύσσινο- για Όνομααα!
Είσαι με τα καλά σου;
Σε μένα- ομολογώ την αλήθεια- το βύσσινο, λεφτό, δεν προλάβαινε, να μείνει!
Έπαιρνε -όταν το πετύχαινα αφρούρητο σε βαζάκι - τρέχοντας- την κατιούσα προς το μικρό μου στομάχι...
-Διατί να το κρύψωμεν άλλωστε; που ρητορικώς αναρωτιόταν κι ο-συχωρεμένος πλέον- Μητσοτάκης.
-Για όλα τα γλυκά -το πικραμένο- ξεπούλαγα στο πι και φι, της θεοτιμήτου εγκρατείας, τα πρωτοτόκια!
-Έλα να σε φιλέψω, καλούσε ειρηνικά- με φωνή που θύμιζε κοντράλτο καμπάνα σε όρθρο- ο επίγειος ο άγγελος.
-Θα έρθω, αν δεν σας είμαι βάρος- αν δεν τρώω το χρόνο σας...
(για το βύσσινο ούτε κουβέντα, το βύσσινο το 'τρωγα αλύπητα!)
απαντούσα, με ελαφρότατο -δήθεν- δισταγμό και λαιμαργία που νόμιζα πως κρυβόταν.
-Επιτέλους!
Υπήρχε κάποιος που ευχαριστιόταν να με φιλέψει γλυκάκι!
Υπήρχε κάποιος που πέταγε σκούφια - να μιλήσει μαζί μου.
Υπήρχε κάποιος που δε με αποκαλούσε "κωθώνι"-κι ας ήμουνα- υπήρχε κάποιος που επιθυμούσε να ακούσει τους αφελείς λογισμούς μου...
Έτρωγα ίσα με τρία πιατελάκια απ'το ποίημα των χειρών της- α! όλα κι όλα! γενναιόδωρη ως το Θεό η άγια κοπέλα!
-Καμία τσιγκουνιά και σε τίποτα!
Ωκεανός η καρδιά της.
Μέσα στις φλέβες της, έτρεχε το Αίμα Εκείνου που κάποτε είπε στους Μαθητές Του:
-ΛΑΒΕΤΕ ΦΑΓΕΤΕ!
ΤΟΥΤΟ ΕΣΤΙ ΤΟ ΣΩΜΑ ΜΟΥ..
-Λάβετε, φάγετε!
ήταν και η ζωή της Σοφίας.
-Λάβετε φάγετε:
Απ' το βύσσινο,
απ' το φαγητό,
απ' το ποτό,
απ' το χαμόγελο,
απ'την έγνοια,
απ'την προσευχή,
απ' το χρόνο,
απ'τα χρήματα
απ' τη ζωή μου,
σε όλους τους τόνους,
σε όλους τους ήχους,
διακονούσε αθόρυβα -μοιράζοντας τοις πένησιν,
εκείνη η ταπεινή αποδέκτης
των Δωρεών του Παράκλητου....
Λάβετε, φάγετε!
-Πώς να μην τιμώ αυτή τη Μητέρα;
Ενσάρκωνε για μένα, για μας, και εξακολουθεί να ενσαρκώνει- στο δικό μου εσωτερικό χρόνο, και ας μη συναντιόμαστε σωματικά -ενσάρκωνε, λέω, την ΑγιοΠνευματική εμπειρία του μεγάλου Απόστολου -όπως την περίγραψε στην προς Θεσσαλονικείς, Α΄ επιστολή του:
"Αλλ' εγενήθημε ήπιοι εν μέσω ημών,
ως αν τροφός θάλπη τα εαυτής τέκνα.
Ούτως ομειρόμενοι υμών
ευδοκούμεν μεταδούναι υμίν
ου μόνον το Ευαγγέλιον του Θεού
αλλά και τας εαυτών ψυχάς ,
διότι αγαπητοί ημίν
γεγένησθε"(κεφ.β στ.7-8).
...........................
Όχι μόνο τον Λόγο του Θεού, αλλά πάσα την ύπαρξή της-για Χάρη του Λόγου-
την πρόσφερε θ υ σ ί α μυστική, η Σοφία σε όποιον άνθρωπο, μικρό ή μεγάλο, πλούσιο ή φτωχό, αγράμματο ή σοφό, άσημο ή δήθεν σπουδαίο, συναντιόταν μαζί της.
Από το νοερό, πλούσιο μαστό της πνευματικής μας μητέρας , ατέλειωτες στρατιές παιδιών, θηλάζαμε Πίστη, Ελπίδα και Ανεξίκακη Αγάπη
στην π ρ ά ξ η.
Νομίζω ότι μετά τη γνωριμία μαζί της, το Σ. έγινε το αγαπημένο μου γράμμα στην αλφαβήτα, νομίζω ότι από τη γνωριμία μαζί της, άρχισα να ψυλλιάζομαι πως υπάρχει και μια Ουράνια Σοφία που κρατάει με Άφατη Τρυφερότητα στην αγκαλιά Της, και αναδημιουργεί το κάθε κλάσμα του χρόνου, ό λ ο το Σύμπαν..
Εντέλει, το βλέπω: Ο άνθρωπος που ευλογήθηκε να συναντήσει στη διάρκεια του βίου του, έστω έναν αληθινό μαθητή του Κυρίου Ιησού, μπορεί να αντέξει μετέπειτα, κάθε δυσκολία, κάθε βασανιστήριο, των Πολεμίων...
.......................................................
Η δ. Σοφία ήταν για μένα η μάνα που θα θελα να χα -και που σε κείνη τη φάση, δεν είχα.
Στη μάνα μου όφειλα το σωματικώς ζην, στην κατηχήτρια και -όχι μόνον- το ευ ζην
της νήπιας ψυχής μου.
Αδύνατον να ζωγραφίσουν οι λέξεις, το ουράνιο χρώμα της ίασης, που άπλωσε σε δύσκολο καιρό, η φροντίδα της, μέσα μου.
Ο Άγιος Τριαδικός Θεός, μυριοπλασίως, ας αποδώσει.
Τόνιζε η αγωνίστρια Γαβριηλία γερόντισσα κάποτε :
-Να μη ζητάτε ευγνωμοσύνη από κανέναν,
αλλά εσείς, για ό,τι καλό λάβατε στη ζωή σας,
να είστε ευγνώμονες
όσο δεν παίρνει!
Λοιπόν.... απέναντι στη Σοφία
την ακάματη εργάτιδα της Πνευματικής σου Κυψέλης, Χριστέ,
η οποία, με το άφθαρτο μέλι της δικής Σου Παρουσίας με τάισε, με τόνωσε και με ζέστανε
-τότε που πεινασμένο, και άστεγο τουρτούριζα από το ψύχος της οικογενειακής μου οδύνης-
είμαι
και
θα είμαι
νυν
και αεί
και
εις τους αιώνες...
ευγνώμων
όσο
δεν παίρνει!!
διότι...
εν Χριστώ Ιησού μυρίους παιδαγωγούς έχομεν
- που γράφει και ο άγιος Απόστολος,στην Α΄προς Κορινθίους-
αλλ'ου, πολλούς πατέρας....
και μητέρας...
Ευανθία η Σαλογραία
(και αν ζουλήξεις, αγαπημένο μου, το "ποντίκι" πάνω στην υπογραφή,
θα πεταχτείς σε παλαιότερο ποστάκι μου για τη φωνή του Θεού
και τη φωνή του Εξαποδού, μέσα μας... )
.....................................................................................
.....................................................................................
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου