Ὁ μετανεωτερικός ναρκισσισμός ἀποτελεῖ τήν ἀκραία ἀπόληξη τοῦ νεωτερικοῦ ἀτομικισμοῦ.
Ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος δέν ἔχει νά ἐπενδύσει σέ τίποτα ἔξω ἀπό τόν ἑαυτό του. Ἡ πολιτική καί ἡ θρησκεία δέν ἀποτελοῦν πλέον γι’αὐτόν σημεῖα ἀναφορᾶς, στά ὁποῖα θά μποροῦσε νά ἀφιερωθεῖ μέ πάθος καί νά νοηματοδοτήσει τήν ὕπαρξή του. Ἰδέες, ὅπως τό Ἔθνος, ἡ Παιδεία, ἡ Δημοκρατία, ἡ Κοινωνική Δικαιοσύνη, δέν τόν συγκινοῦν πλέον καί ἀδυνατοῦν νά κινητοποιήσουν τόν συναισθηματικό του κόσμο καί τήν ἐνεργητικότητά του. Τί ἀπομένει; Ἡ ὑπερεπένδυση στό Ἐγώ, ἡ αὐτολατρεία, ἡ αὐτοπραγμάτωση. Ἐξ οὗ καί ἡ λατρεία τῆς νεότητος καί ὁ τρόμος καί ἡ ἀποστροφή στό γῆρας. Ἐξ οὗ καί ἡ ὑπερβολική φροντίδα τοῦ σώματος, ἡ προσπάθεια νά διατηρηθεῖ νέο καί ἀκμαῖο παρά τήν φυσιολογική φθορά τοῦ χρόνου.Ἡ ὑγιεινή διατροφή, ἡ γυμναστική, τά σπᾶ, τό μασσάζ, ἡ γιόγκα, τό βιάγκρα κ. ἄ. ἐντάσσονται στήν ἀγωνιώδη, ἀλλά καί ἄπελπι μέριμνα τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου νά ὑπερβεῖ τήν ἀναπόφευκτη φθορά τοῦ χρόνου καί νά διατηρηθεῖ αἰώνια νέος καί σφριγηλός. Φαίνεται πώς ὁ σύγχρονος νάρκισσος ἄνθρωπος ἀρνεῖται νά παραδεχθεῖ τή θνητότητά του, τό βέβαιο καί ἀναπόφευκτο τοῦ θανάτου, τό γεγονός ὅτι ἡ ἀνθρώπινη ὕπαρξη εἶναι ὑποταγμένη σέ ἀμετακίνητα ὅρια πού δέν μπορεῖ νά ξεπεράσει. Ὁ περιβάλλων κόσμος, εἴτε ὁ φυσικός εἴτε ὁ ἀνθρώπινος, δέν ἀποσκοπεῖ σέ τίποτε ἄλλο παρά νά ἱκανοποιεῖ ἤ νά ματαιώνει τίς δίχως ὅρια ἐπιθυμίες του.
Συνεπείᾳ τοῦ νεωτερικοῦ ἀτομικισμοῦ καί τοῦ μετανεωτερικοῦ ναρκισσισμοῦ ὁ homo psychologicus τείνει νά καταστεῖ ὁ κυρίαρχος ἀνθρωπολογικός τύπος. Ὁ homo politicus (“πολιτικόν ζῷον” κατά τόν Ἀριστοτέλη ὁ ἄνθρωπος) καί ὁ homo theologicus (“ζῷον θεούμενον” κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο ὁ ἄνθρωπος) ἐκτοπίζονται καί τή θέση τους καταλαμβάνει ὁ homo psychologicus μέ τίς ἀκόρεστες ἐπιθυμίες, συμπλέγματα, ἐνοχές καί πρό παντός μέ τήν πρό οὐδενός ὀρρωδοῦσα τάση του πρός αὐτοπραγμάτωση.
Ἡ σύγχρονη μετανεωτερική κοινωνία ἀδυνατεῖ νά προσφέρει στό σημερινό ἄνθρωπο νόημα ζωῆς καί νόημα θανάτου. Ἀδυνατεῖ νά τοῦ ὑποδείξει Κάτι (μία Ἰδεολογία, ἕνα ὑπερβατικό, ἤ ἔστω ἐμμενές, ἐγκοσμιοκρατικό Πρότυπο, Θεσμό καί Ἀξία) γιά τό ὁποῖο ἀξίζει νά ζήσει καί νά πεθάνει. Ἔτσι ὁ σύγρονος ἄνθρωπος στρέφει ὅλη τή συναισθηματικότητα, ἐνεργητικότητά καί δραστηριότητά του στἠν αὐτοπραγμάτωση καί ἀνάπτυξη τοῦ Ἑαυτοῦ του, τοῦ Ἐγώ του. Τίποτα ἔξω ἀπό τόν ἑαυτό του δέν τόν συγκινεῖ, δέν τόν διεγείρει καί δέν τόν ἐνεργοποιεῖ.
Ὁ σύγχρονος νάρκισσος ἄνθρωπος ζεῖ σ’ἕνα ἀδιάστατο παρόν ἀποκομμένος ἀπό τίς ἱστορικές του ρίζες καί δίχως προοπτική καί μέριμνα γιά τό μέλλον. Ἀδιαφορεῖ γιά ὁτιδήποτε τοῦ κληροδότησε τό παρελθόν καί γιά ὁτιδήποτε θά κληρονομήσει αὐτός στίς ἐπερχόμενες γενεές. Αὐτή ἡ ἔλλειψη ἱστορικῆς συνέχειας, ἡ ἐξάλειψη τῆς αἴσθησης ὅτι ἀνήκουμε σέ μία «διαδοχή γενεῶν πού εἶναι ριζωμένες στό παρελθόν καί ἐπεκτείνονται στο μέλλον» χαρακτηρίζει καί γεννᾶ τήν ναρκισσιστική κοινωνία, ὅπως γράφει ὁ Κρίστοφερ Λάς στό βιβλίο του Ἡ κουλτούρα τοῦ ναρκισσισμοῦ. Νά ζοῦμε στο παρόν, μόνο στο παρόν καί νά καρπούμεθα ἄπληστα ὁτιδήποτε αὐτό μας προσφέρει ἀδιαφορώντας γιά τούς προγενέστερους καί τούς μεταγενέστερους εἶναι τό σλόγκαν τῆς σύγχρονης ναρκισσιστικῆς κοινωνίας. Ὁ μετανεωτερικός νάρκισσος ἄνθρωπος ἔχει μειωμένη ἕως παντελῶς μηδενισμένη ἱστορική, ἐθνική, πολιτική καί θρησκευτική συνείδηση, ἐνῶ παρουσιάζει ὑπερτροφικά ἀνεπτυγμένη καταναλωτική συνείδηση.
Ἡ σύγχρονη ναρκισσιστική συνείδηση εἶναι ἡ «δυστυχισμένη συνείδηση» τοῦ Hegel ἤ μᾶλλον ἡ «δυστυχισμένη συνείδηση» εἶναι προανάκρουσμα τῆς σύγχρονης ναρκισσιστικῆς συνείδησης.Ἡ Ἑγελιανή «δυστυχισμένη συνείδηση» εἶναι ἡ ἀποτραβηγμένη, ἡ ἀποσυρμένη συνείδηση.Περιεχόμενο τῆς «δυστυχισμένης συνείδησης» εἶναι ἡ ἀπουσία περιεχομένου. Ἡ «δυστυχισμένη συνείδηση» δέν ἀναφέρεται σέ τίποτα ἔξω ἀπό αὐτή τήν ἴδια. Ζεῖ μέσα στό κράτος, ἀλλά εἶναι ἀποξενωμένη ἀπό αὐτό. Εἶναι διπλή ἡ ἀπώλεια τῆς «δυστυχισμένης συνείδησης»: ἀπώλεια τοῦ κόσμου καί τοῦ ἑαυτοῦ της. Ἡ μή σχέση τῆς συνείδησης ἐπιφέρει τή σχάση, τό διχασμό, τή δυστυχία τῆς συνείδησης.
Ὁ Edmund Husserl, ὁ θεμελιωτής τῆς φαινομενολογικῆς φιλοσοφίας, ὑποστηρίζει ὅτι ἡ συνείδηση εἶναι πάντοτε συνείδηση κατινός, κατινός ἑτερογενοῦς, κατινός ἔξω ἀπό τόν ἑαυτό της. Ὅπως γράφει ὁ Κωνσταντῖνος Γεωργούλης, ἀναφερόμενος στή Φαινομενολογία, «ἡ ἀνθρώπινη συνείδηση εἶναι κάτι τό ἐλλειπτικό πού παραπέμπει σέ δεδομένα πού στέκονται ἔξω ἀπό αὐτήν. Ἡ ἰδέα τῆς ἀναφορᾶς τῆς συνειδήσεως σέ ἕνα ἑτερογενές δεδομένο θά ὑψωθῆ ἀργότερα σέ οὐσιαστικό γνώρισμά της, τήν περίφημη ἀναφορικότητά της (intentionalitas)». Μάλιστα τό Ἐγώ δέν μπορεῖ νά συγκροτηθεῖ παρά μόνο σέ ἀναφορά καί διαλεκτική σχέση πρός τό Ἐσύ. Μέ τά λόγια τοῦ Κ. Γεωργούλη «κατά τήν ὑπερβατική φαινομενολογία δέν τίθεται πρῶτα τό ἐγώ καί ἔπειτα τό σύ. Εὐθύς ἅμα τεθῆ τό ἐγώ, τίθεται ταυτόχρονα καί τό σύ. Δέν ἠμπορεῖ νά συγκροτηθῆ τό ἐγώ χωρίς διαρκῆ ἀναφορά πρός τό σύ καί τό οὐκ ἐγώ». Ἄλλωστε καί κατά τόν M. Heidegger ἡ “οὐσία” τῆς ἀνθρώπινης ὑπάρξεως ἔγκειται στόν ἐκ-στατικό χαρακτῆρα της, στή δυνατότητά της νά ἐξίσταται, νά ἐξέρχεται τοῦ ἑαυτοῦ της καί νά ἀναμετρᾶται μέ τήν ἄβυσσο τοῦ Μηδενός ἤ τήν φανέρωση τοῦ Ὄντος.
Ἀλλά καί ἡ Πατερική φιλοσοφία τονίζει ὅτι τό Πρόσωπο, εἴτε θεῖο εἴτε ἀνθρώπινο, συγκροτεῖται σέ ἀναφορά καί σχέση πρός τά ἄλλα Πρόσωπα. Κατά τόν Μ. Ἀθανάσιο “τό θεός τήν φύσιν δηλοῖ∙ τό δέ πατήρ τήν σχέσιν τήν πρός τόν υἱόν”. Κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο “οὔτε οὐσίας ὄνομα ὁ πατήρ…οὔτε ἐνεργείας, σχέσεως δέ”. Ὡσαύτως κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης “ἡ τοῦ πατρός κλῆσις οὐκ οὐσίας ἐστί παραστατική, ἀλλά τήν πρός τόν υἱόν σχέσιν ἀποσημαίνει”.
Θεμέλιο τῆς Πατερικῆς ἐννοίας τοῦ Προσώπου ἀπετέλεσαν οἱ ἐνδοτριαδικές σχέσεις τῶν θείων ὑποστάσεων. Ὁ Πατήρ εἶναι Πατήρ ἐπειδή γεννᾶ προαιωνίως τόν Υἱό καί ὁ Υἱός εἶναι Υἱός ἐπειδή γεννᾶται προαιωνίως ἀπό τόν Πατέρα. Ἐάν ὁ Πατήρ δέν εἶχε συναΐδιο Υἱό, τίνος θά ἦταν Πατήρ; Τό Ἅγιον Πνεῦμα προέρχεται ἐκπορευτῶς ἐκ μόνου τοῦ Πατρός καί ὁ Πατήρ εἶναι ὁ προαιώνιος προβολεύς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ὁμοίως καί τά ἀνθρώπινα πρόσωπα συγκροτοῦνται ἀναφορικῶς πρός τά ἄλλα ἀνθρώπινα – ἤ καί θεῖα- πρόσωπα. Ἕνα πρόσωπο, ἀποκομμένο καί ἀποσυνδεδεμένο ἀπό τά ἄλλα πρόσωπα, ἴσον κανένα πρόσωπο κατά τήν Πατερική θεολογία. Unus Christianus, nullus Christianus.
Ἑκ τῶν ἀνωτέρω ἐπισημάνσεων τῆς Ἑγελιανῆς, Φαινομενολογικῆς καί Χριστιανικῆς φιλοσοφίας συνάγεται ὅτι ἡ πλήρωση, ἀνάπτυξη καί ὁλοκλήρωση τῆς ἀνθρωπίνης συνειδήσεως προκύπτει ἀπό τήν ἀναφορά καί συσχέτιση αὐτῆς μέ κάτι (Πρόσωπο, Κράτος, Ἰδεολογία) ἔξω ἀπό αὐτήν.
Ἡ ναρκισσιστική αὐτοστροφή καί αὐτοαναφορά τῆς συνειδήσεως συνεπάγεται τήν ἀποδόμηση, ἀλλοτρίωση καί ἐκμηδένισή της.Τό ἐγώ, γιά νά δομηθεῖ, ὁλοκληρωθεῖ, ἀλλά καί νά ἱκανοποιηθεῖ χρειάζεται τό οὐκ ἐγώ. Αὐτοπεριχαράκωση τοῦ ἐγώ στόν ἑαυτό του σημαίνει αὐτοκαταστροφή τοῦ ἐγώ. Ἔτσι δέν πρέπει νά μᾶς ἐκπλήσσει τό σύγχρονο γενικευμένο αἴσθημα τοῦ ἀνικανοποίητου καί τοῦ ἐσωτερικοῦ κενοῦ. Οἱ πρωτοφανεῖς ἀνέσεις καί τά καταναλωτικά ἀγαθά τοῦ σύγχρονου πολιτισμοῦ δέν μποροῦν νά ἀντισταθμίσουν τήν ἀπουσία νοήματος καί νά ἄρουν τό γενικευμένο αἴσθημα τῆς ψυχικῆς δυσφορίας καί δυσανεξίας πού διακατέχουν τόν σύγχρονο ἄνθρωπο.
Ἀλλ’ οὔτε καί ἡ καταφυγή στίς ἀνθρώπινες καί ἐρωτικές σχέσεις καί ἡ ὑπερεπένδυση σ’αὐτές τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου, ἀκριβῶς λόγῳ τῆς ἀλλοτρίωσης καί τῆς φθορᾶς πού ἔχουν ὑποστεῖ συνεπείᾳ τοῦ ναρκισσιστικοῦ ἐγωκεντρισμοῦ, μποροῦν νά τοῦ προσφέρουν καταφύγιο καί θεραπεία. Τοὐναντίον στίς συντριπτικά πλεῖστες περιπτώσεις αὐξάνουν τό ἄγχος, τήν ἀπογοήτευση καί τό ἐσωτερικό κενό του. Εἶναι χαρακτηριστικά ἐπί τοῦ προκειμένου αὐτά πού γράφει ὁ Κρίστοφερ Λάς στό ἀνωτέρω μνημονευθέν βιβλίο του Ἡ κουλτούρα τοῦ ναρκισσισμοῦ: «ἡ λατρεία τῶν προσωπικῶν σχέσεων, πού γίνεται ὁλοένα καί πιό ἔντονη ὅσο ὑποχωρεῖ ἡ ἐλπίδα τῶν πολιτικῶν λύσεων, κρύβει τήν πλήρη ἀπογοήτευση ἀπό τίς προσωπικές σχέσεις, ὅπως ἀκριβῶς ἡ λατρεία τῆς αἰσθησιακότητας συνεπάγεται τήν ἀπάρνηση τῆς αἰσθησιακότητας σέ ὅλες ἐκτός ἀπό τίς πιό πρωτόγονες μορφές της.Ἡ ἰδεολογία τοῦ προσωπικοῦ μεγαλώματος, ἐπιφανειακά αἰσιόδοξη, ἀκτινοβολεῖ βαθιά ἀπελπισία καί παραίτηση. Εἶναι ἡ πίστη τῶν ἀνθρώπων χωρίς πίστη».
Τό διάχυτο πνεῦμα τοῦ ναρκισσισμοῦ ἐπηρεάζει ἀρνητικά προπάντων τό πιό εὐπαθές καί εὐάλωτο τμῆμα τῆς κοινωνίας μας: τά παιδιά καί τούς ἐφήβους. Ἡ παγερή καί ἀδιαπέραστη ἀδιαφορία τῶν μαθητῶν πρός τά προσφερόμενα μορφωτικά ἀγαθά ἀπό τό σύγχρονο σχολεῖο ὀφείλεται ἐν πολλοῖς στήν ἀδυναμία τοῦ ἐξωτερικοῦ κόσμου νά προσελκύσει τό ἐνδιαφέρον καί τήν προσοχή τοῦ σύγρονου παιδιοῦ.
Τό σύγχρονο παιδί, ἀδυνατώντας νά βρεῖ στηρίγματα στήν οἰκογένεια, τό σχολεῖο, τήν πολιτική καί στήν κοινωνία, ἀποτραβιέται στόν ἑαυτό του, κλείνεται ἑρμητικά ἀπέναντι στόν ἐξωτερικό κόσμο καί κόβει τούς διαύλους ἐπικοινωνίας μ’αὐτόν.
Νομίζω ὅτι ἡ εὐρυτάτη διάδοση τῶν ναρκωτικῶν στή σύγχρονη νεολαία ὀφείλεται στήν ἀνάγκη τοῦ παιδιοῦ νά ἐξέλθει τοῦ ἑαυτοῦ του καί νά συναντήσει κάτι πού θά τοῦ φέρει χαρά καί ἱκανοποίηση − ἀσχέτως ἐάν τό τίμημα τοῦ πρόσκαιρου τεχνητοῦ παραδείσου εἶναι καταστροφικό.
Εἶναι χαρακτηριστικό αὐτό πού λέγει ἕνας Ἀμερικανός ἔφηβος γιά τή σαγήνη τῶν ναρκωτικῶν: «κυκλοφορεῖς μέ καταπιεσμένα συναισθήματα καί πρέπει κάπου νά τά βγάλεις. Αὐτή εἶναι ἡ γοητεία τῶν ναρκωτικῶν, σέ βγάζουν ἀπό τόν ἑαυτό σου (βλ. π. Βασιλείου Θερμοῦ, Ταραγμένη ἄνοιξη. Γιά μια κατανήση τῆς ἐφηβείας, Ἀθήνα 2008, σελ.75).
Ὅ ναρκισσισμός βρίσκεται στούς ἀντίποδες τῆς ὀρθόδοξης πνευματικότητας. Ἡ φιλαυτία εἶναι ἡ μητέρα καί ἡ ρίζα ὅλων τῶν ψεκτῶν παθῶν.
Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής ὁρίζει τήν φιλαυτία ὡς τήν ἄλογον φιλίαν τοῦ σώματος, ὄχι βέβαια διότι τό σῶμα εἶναι κακό καθ’ἑαυτό, ἀλλά διότι ἀποτελεῖ τό ἔσχατο ὀχυρό τῆς αὐτονομημένης ἔναντι τοῦ Θεοῦ ἀτομικότητας.
Ἡ φιλαυτία ἀποτελεῖ τό πρωτογενές πάθος, τήν νοσογόνο πηγή ὅλων τῶν ἄλλων μεμπτῶν παθῶν πού ἀποξενώνουν ἀπό τόν Θεό καί τούς συνανθρώπους. Γι’ αὐτό καί πρέπει σύμφωνα μέ τήν ὀρθόδοξη ἀσκητική ἀγωγή νά μεταμορφωθεῖ σέ φιλοθεΐα καί φιλανθρωπία-φιλαδελφΐα.
Εἶναι ἄκρως σημαντικό νά τονισθεῖ ὅτι ἡ ὀρθόδοξη πνευματικότητα εἶναι ἥκιστα ἐνδοστρεφής καί ἐσωτεριστική. Εἶναι δυναμικά στραμμένη ἔξω ἀπό τόν ἑαυτό μας πρός τόν Θεό καί τούς συνανθρώπους.
Ὁ Σεβασμιώτατος π. Ἰωάννης Ζηζιούλας ὑπογραμμίζει ἐπί τοῦ προκειμένου τά ἑξῆς ἀξιοσημείωτα: «Ἐκεῖνο πού θά σχολιάσω τώρα εἶναι τό ἐρώτημα τό σχετικό μέ τή συνείδηση (ἄν ἡ ἔννοια ὑπάρχει στο Μάξιμο)…Ἄν κατάλαβα καλά τό Μάξιμο καί τούς Πατέρες τῆς Ἀνατολῆς, σέ ἀντιδιαστολή μέ τόν Αὐγουστίνο καί τούς Πατέρες τῆς Δύσεως, ἡ κάθε μορφή ἐνδοστρέφειας καί αὐτοσυνειδησίας θεωρεῖται κακό.
Ὄχι μόνο δέν θεραπεύει, ἀλλά ἐνισχύει τήν φιλαυτία, ἐνισχύει τήν ἀπασχόληση μέ τόν ἑαυτό μας. Εἶναι ἡ ἑρμηνεία πού δίνω ἐγώ στήν ἀντίληψη καί τή στάση αὐτή τῶν Ἑλλήνων Πατέρων.Γενικά στόν Μάξιμο, δέν βλέπω πουθενά καμιά ἄσκηση αὐτοεξετάσεως καθώς καί σέ ὅλους τούς Πατέρες τῆς Ἀνατολῆς, ἐνῶ στή Δύση ἀρχίζει μέ τίς Ἐξομολογήσεις τοῦ Αὐγουστίνου, οἱ ὁποῖες εἶναι ἕνα φαινόμενο πού δέν τό βλέπουμε στήν Ἀνατολή, νά ἀναπτύσσεται αὐτή ἡ ἐνδοστρέφεια, νά συνειδητοποιῶ δηλαδή τί εἶμαι, τί κάνω κλπ.
Ἡ δική μου ἑρμηνεία τῆς ἀπουσίας αὐτῆς, ἡ ὁποία μπορεῖ νά εἶναι λανθασμένη, εἶναι ὅτι εἶναι ἐπικίνδυνο πράγμα γιά τή θεραπεία, ἡ ἐνασχόληση μέ τόν ἑαυτό μας καί μέ τά βάθη τῆς συνειδήσεώς μας. Ἄλλο πράγμα εἶναι βέβαια ἡ ἐγρήγορση, στήν ὁποία πρέπει νά βρίσκεται διαρκῶς ἡ συνείδησή μας ὡς πρός τήν ἁμαρτωλότητά μας. Ἡ πάλη κατά τῶν παθῶν μᾶς ὁδηγεῖ στή συνείδηση ὅτι εἴμαστε ἁμαρτωλοί καί ἔχουμε ἀνάγκη τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ. Αὐτό μᾶς στρέφει τελικά ἔξω ἀπό τόν ἑαυτό μας, πρός τό Θεό. Ἀντίθετα, μιά ναρκισσιστική ἐνδοστρέφεια μπορεῖ νά μᾶς ὁδηγήσει τελικά ἀκόμα καί στήν ἀπελπισία».
Ὁ ὀρθόδοξος ἀσκητής, ἀκόμα καί ὁ ἡσυχαστής πού ἀπεκλήθη εἰρωνικά ἀπό τόν Λατινόφρονα Βαρλαάμ ὀμφαλοσκόπος, δέν ἔχει ὡς ἀντικείμενο προσοχῆς καί ἐνασχολήσεως τόν ἑαυτό του, ἀλλά τόν Χριστό, παρέχοντας ὡς τροφή τοῦ νοῦ του τή μονολόγιστη προσευχή «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με».
πηγή: Αντίφωνο, πρώτη δημοσίευση περιοδικό «Ευθύνη», Φεβρουάριος 2009