Το ζεϊμπέκικο δύσκολα χορεύεται.
Δεν έχει βήματα, είναι ιερατικός χορός
με εσωτερική ένταση, και νόημα που ο χορευτής οφείλει να το γνωρίζει και να το σέβεται.
Είναι η σωματική έκφραση της ήττας.
Η απελπισία της ζωής. Το ανεκπλήρωτο όνειρο.
Είναι το "δεν τα βγάζω πέρα".
Το κακό που βλέπεις να έρχεται.
Το παράπονο των ψυχών που δεν προσαρμόστηκαν στην τάξη των άλλων.
Το ζεϊμπέκικο δεν χορεύεται ποτέ στην ψύχρα ει μη μόνον ως κούφια επίδειξη.
Ο χορευτής πρέπει πρώτα "να γίνει" να φτιάξει κεφάλι με ποτά και με όργανα , για να ανεβούν στην επιφάνεια αυτά που τον τρώνε.
Η περιγραφή της προετοιμασίας είναι σαφής:
Παίξε , Χρήστο το μπουζούκι,
ρίξε μια γλυκειά πενιά,
σαν γεμίσω το κεφάλι,
γύρνα το στη ζεμπεκιά (Τσέτσης)
Ο αληθινός άντρας δεν ντρέπεται να φανερώσει τον πόνο ή την αδυναμία του, αγνοεί τις κοινωνικές
συμβάσεις και τον ρηχό καθωσπρεπισμό.
Συμπάσχει με τον στίχο ο οποίος εκφράζει σε έναν βαθμό
την προσωπική του περίπτωση, γι αυτό και επιλέγει το τραγούδι που θα χορέψει και αυτοσχεδιάζει σε πολύ μικρό χώρο ταπεινά και με αξιοπρέπεια.
Η πιο κατάλληλη στιγμή για να φέρει μια μαύρη βόλτα ε΄ναι η στιγμή της μουσικής γέφυρας , εκεί που και ο τραγουδιστής ανασαίνει.
Ο σωστός χορεύει άπαξ, δεν μονοπωλεί την πίστα.
Το ζεϊμπέκικο είναι σαν το "Πάτερ ημών".
Τα είπες όλα με τη μία .
Τα μεγάλα ζεϊμπέκικα είναι βαριά θανατερά:[...]
Το ζεϊμπέκικο δεν σε κάνει μάγκα, πρέπει να είσαι για να το χορέψεις.
Οι τσιχλίμαγκες με το τζελ που πατάνε ομαδικά σταφύλια στην πίστα εκφράζουν ακριβώς το χάος που διευθετεί η εσωτερική αυστηρότητα και το μέτρο του ζεϊμπέκικου.
Το ζεϊμπέκικο δεν χορεύεται σε οικογενειακές εξόδους ή γιορτές στο σπίτι:πόσο μάλλον όταν υπάρχουν κουτσούβελα που κυκλοφορούν τριγύρω παντελώς αναίσθητα.
Είναι χορός μοναχικός.
Όταν το μνήμα χάσκει στα πόδια σου ο τόπος δεν σηκώνει άλλον.
Είναι προσβολή να ενοχλήσει μια ξένη και απρόσκλητη παρουσία.
Γι αυτό κάποιοι ανίδεοι αριστεροί διανοούμενοι ερμήνευσαν την επιβεβλημένη ερημία του χορού με τα δικά τους φοβικά σύνδρομα
Αποκάλεσαν το ζεϊμπέκικο "εξουσιαστικό χορό", που δήθεν ενέχει μια "αόρατη απειλή".
Είδαν φαίνεται κάποιον σκυλόμαγκα να χορεύει και τρόμαξαν.
Όμως και έναν κυριούλη να ενοχλήσεις στο βαλσάκι του, αυτός θα αντιδράσει.
Το ζεϊμπέκικο δεν είναι γυναικείος χορός.
Απαγορεύεται αυστηρώς σε γυναίκα να εκδηλώσει καημούς ενώπιον τρίτων. Είναι προσβολή γι αυτόν που την συνοδεύει.Αν δεν είναι σε θέση να ανακουφίσει τον πόνο της, αυτό τον μειώνει ως άντρα και δεν μπορεί να το ανεχτεί.[...] Εξαιρούνται οι γυναίκες μεγάλης ηλικίας που μπορεί να έχουν προσωπικά βάσανα, χηρεία ή πένθος για παιδιά.[...]
Η μεγάλη ταραχή είναι οι χωρικοί. Σε πλατείες χωριών, με την ευκαιρία του τοπικού πανηγυριού ή άλλης γιορτής, κάτι καραμπουζουκλήδες ετεροδημότες χορεύουνε ζεϊμπέκικο στο χώμα.
Προφανώς για να δείξουν στους συχωριανούς τους πόσο μάγκες γίνανε στην πόλη.
Οι άνθρωποι της υπαίθρου δεν έχουν μπει στο νόημα ούτε μπορούν να εννοήσουν.
Τα δικά τους ζόρια είναι κυκλικά. Έρχονται, περνάνε και ξαναέρχονται σαν τις εποχές του χρόνου. Δεν είναι όλη η ζωή ρημάδι.
Γι αυτό χορεύουν εξώστρεφα, κάνουν φούρλες, σηκώνουν το γόνατο ή όλο το πόδι, κοιτάνε τους γύρω αν τους προσέχουν, χαμογελάνε χορεύοντας. Μιλάνε με το Θεό των βροχών και του ήλιου, όχι με το σκοτεινό Θεό του χαμόσπιτου και των καταγώγιων.
Δεν γίνεται καν λόγος για το τσίρκο που χορεύει επιδεικτικά, σηκώνει τραπέζια με τα δόντια και ισορροπεί ποτήρια στο κεφάλι του.
Ή τη φρικώδη καρικατούρα ζεϊμπέκικου που παρουσιάζουν οι χορευτές στις παλιές ελληνικές ταινίες και προφανώς στα τηλεοπτικά σόου.
Το ζεϊμπέκικο είναι κλειστός χορός, με οδύνη και εσωτερικότητα.
Δεν απευθύνεται στους άλλους. Ο χορευτής δεν επικοινωνεί με το περιβάλλον.
Περιστρέφεται γύρω απ'τον εαυτόν του τον οποίο τοποθετεί στο κέντρο του κόσμου.
Για πάρτη του καίγεται, για πάρτη του πονάει και δεν επιζητεί οίκτο από τους γύρω.
Τα ψαλίδια, τα τινάγματα, οι ισορροπίες στο ένα πόδι είναι για τα πανηγύρια.
Το πολύ να χτυπήσει στο δάπεδο με το χέρι "να ανοίξει η γη να μπει".
Κι όσο χορεύει τόσο μαυρίζει.
Πότε μ'ανοιχτά τα μπράτσα μεταρσιώνεται σε αϊτό που επιπίπτει κατά παντός υπευθύνου για τα πάθη του και πότε σκύβει τσακισμένος σε ικεσία προς τη μοίρα και το θείο.
Τα παλαμάκια που χτυπάνε οι φίλοι ή οι γκόμενες καλύτερα να λείπουν.
Ο πόνος του άλλου δεν αποθεώνεται.
Το πιο σωστό είναι να περιμένουν το χορευτή να τελειώσει
και να τον κεράσουν.
Να πιούνε στην υγειά του.
Δηλαδή να του γειάνει ο καημός που τον έκανε να χορέψει.
Ειπώθηκε πως το ζεϊμπέκικο σβήνει.
Ο αρχαϊκός χορός της Θράκης που τον μετέφεραν οι έλληνες ζεϊμπέκηδες στη Μικρά Ασία και τον επανέφεραν στην Ελλάδα οι πρόσφυγες του 1922 έχει ολοκληρώσει τον ιστορικό του κύκλο.
Δεν έχει θέση σε μια κοινωνία με άλλα αιτήματα και άλλες προτεραιότητες.
Μπορεί και να γίνει έτσι.
Αν χαθούν η αδικία , ο έρωτας και ο πόνος. αν βρεθεί άλλος τρόπος που οι άντρες θα μπορούν να εκφράζουν τα αισθήματά τους με τόση ομορφιά και ευγένεια , μπορεί να χαθεί και το ζεϊμπέκικο.
"ο πιο καθαρός σύγχρονος ελληνικός ρυθμός "
(Μάνος Χατζηδάκις)
Όμως, βλέπεις μερικές φορές κάτι παλικάρια να γεμίζουν την πίστα με ήθος και λεβεντιά που σε κάνουν να ελπίζεις όχι απλώς για το συγκεκριμένο χορό, αλλά για τον κόσμο ολόκληρο.
(Διονύσης Χαριτόπουλος απόσπασμα από το βιβλίο του, "Ημών των ιδίων"- εκδόσεις "Τόπος")
Το να μιλάς για μουσική(ή χορό)είναι σαν να τραγουδάς για μπάλα(Πελέ)!
ΑπάντησηΔιαγραφήπαπα-Κώστας
;-)Αυτό δεν το είχα σκεφτεί!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜα,όπως έχω ξαναπεί,είμαι παπάς και είμαι και 13 μέρες μπροστά!
ΑπάντησηΔιαγραφήπαπα-Κώστας
;-)
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ ωραίο κείμενο. Πνέει αεράκι άλλης εποχής, παλιάς, αλλά, είναι ταυτοχρόνως και σύγχρονο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Διονύσης Χαριτόπουλος ως συγγραφέας
ΑπάντησηΔιαγραφήμου αρέσει για την ΕΙΛΙΚΡΙΝΕΙΑ και το ΟΞΥΔΕΡΚΕΣ των κειμένων του, όσων έχω διαβάσει.
Δεν τον αγάπησε τυχαία το Μαλβινάκι, το μακαρίτικο.
;-)